Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές

Έρση Σωτηροπούλου, εκδ. Κέδρος.



"Μου αρέσουν τα φρούτα της Αθήνας. Καθώς μάλιστα είμαι οιονεί βαδιζομανής, όλο και ανακαλύπτω διάφορα δένδρα".
(Σωτήρης Δημητρίου - Τα οπωροφόρα της Αθήνας)






Κι όπως διαπιστώνει κι ο Δημητρίου στη συνέχεια του αφηγήματός του, η Αθήνα είναι γεμάτη νεραντζιές... Μόνο που για να βαδίσεις ανάμεσα στις νεραντζιές της Σωτηροπούλου πρέπει να έχεις εξασκηθεί στην κίνηση ζιγκ-γαγκ. Αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να κινηθείς ανάμεσα στα γλυκόπικρα, σα νεράντζια, πρόσωπα του μυθιστορήματός της. Αυτή την κίνηση έχει επιλέξει και για την αφήγησή της. Τριτοπρόσωπη, που κάθε τόσο αλλά κι απροειδοποίητα, υιοθετεί την οπτική γωνία κάποιου από τους πρωταγωνιστές της. Κι έτσι, η φαινομενικά γραμμική αφήγησή της δεν είναι παρά μια τεθλασμένη που ελίσσεται ανάμεσα στα πρόσωπα, μέσα στο χώρο και στο χρόνο.
Τα κύρια πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι τρεις νεαροί και μια έφηβη. Στο κέντρο βρίσκεται η νεαρή Λία, που προσβεβλημένη από έναν θανατηφόρο ιό είναι καθηλωμένη σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου. Ωστόσο αυτό δεν την εμποδίζει να "δώσει κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν' αρχινήσει"... Αιτία είναι η εκδίκηση που θέλει να πάρει από τον αντιπαθητικό νοσοκόμο, τον Σωτήρη, που της κάνει τη ζωή δύσκολη. Γι' αυτό το λόγο επιστρατεύει τον αδελφό της Σιντ, που επιστρατεύει την μάινα... Ενώ μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακρύτερα βρίσκεται η δωδεκάχρονη Νίνα που αντιδρά στον κόσμο των μεγάλων βρίσκοντας καταφύγιο στην γραφή.


Στην ουσία πρόκειται για ένα πλήθος προσώπων που ενώ δείχνουν να κινούνται ανεξάρτητα το ένα απ' το άλλο, σταδιακά διαπιστώνουμε ότι συμμετέχουν σε ένα γαϊτανάκι γύρω απ' τη Λία και όλες οι ιστορίες τους μπλέκονται τελικά με τη δική της. Με αριστοτεχνικό τρόπο η Σωτηροπούλου μας οδηγεί σιγά σιγά στη συμπλήρωση του παζλ. Η γραφή της απλή, όπου χρειάζεται, αλλά και ποιητική με μεγάλες δόσεις από μαύρο χιούμορ, χαρίζει μια μοναδικότητα στο μυθιστόρημά της. Σκιαγραφεί θαυμάσια τους ήρωές της: Καθημερινοί νεαροί, οχυρωμένοι στον εαυτό τους, κοιτάζουν με καχυποψία κι εχθρικότητα τον κόσμο γύρω τους. Οι διάλογοι, όταν καταφέρνουν να τους κάνουν, είναι μάλλον ένας σωρός από θραύσματα φράσεων και στερεότυπων εκφράσεων. Θα έλεγε κανείς ότι δεν μπορούν να συνομιλήσουν περισσότερο απ' ότι η μαύρη μάινα που περιφέρεται ανάμεσά τους τσιρίζοντας: "Γεια σου, Μαρία".


Ωστόσο, μπορεί να διακρίνει κανείς σ' αυτούς μιαν ανθρωπιά κι έναν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο. Απλά χρειάζονται οι κατάλληλες συνθήκες. Σαν τα πικρά νεράντζια... Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε, ότι δεν αποκλείεται να έχουν κι αυτοί προσβληθεί από τον ιό Hcnvmb, ιδιαίτερα διαδεδομένος στην εποχή μας, απ' τον οποίο πάσχει και η Λία. Πρόκειται για τον αντίθετο του HIV. Το ανοσοποιητικό δυναμώνει τόσο πολύ που αρχίζει να καταστρέφει τα όργανα. Ο οργανισμός θωρακίζεται για να πολεμήσει έναν ιό που δεν υπάρχει... έναν κατά φαντασίαν ιό. Γίνεται Δον Κιχώτης αν θέλουμε να εκλαϊκεύσουμε.
Η ανάγνωση του: "Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές" (τι υπέροχος τίτλος!) ήταν για μένα ιδιαίτερα απολαυστική. Ανάμεσα στις σελίδες του υπάρχουν εξαιρετικές σκηνές ανθολογίας γεμάτες από χιούμορ, όπως αυτή που ο Σωτήρης υποδέχεται την Τζούλια στο δωμάτιό του με στόχο την ερωτική συνεύρεση ή η μικρή γιορτή που οργανώνει ο Σιντ με την Λία στο νοσοκομείο.







"Και τι άλλο; Τι άλλο; Πες μου. Σώματα που βγαίνουν από την αϋπνία περπατώντας για λίγη ώρα πλάι πλάι χωρίς να μιλάνε. Έχει χαράξει και ταλαντεύονται ελαφρά καθώς με το πρώτο φως αντιλαμβάνονται ότι το άλλο σώμα είναι ξένο. Αφήνοντας πίσω τους τούς έρωτες μιας νύχτας, παίρνοντας ο καθένας μαζί του το δικό του κομμάτι δέρματος. Σώματα που προχωρούν ακίνητα ενώ αρχίζει να βρέχει. Ό,τι γράφηκε στο δέρμα δεν πρόκειται να σβήσει, αυτό σκέφτονται. Τα πρωινά συσσωρεύονται. Πόσα τέτοια πρωινά υπάρχουν στη διάρκεια μιας ζωής; Τρία, τέσσερα, ίσως δέκα το πολύ. Όλα ίδια. Να κρατάς το δέρμα σου στη θέση του. Να προχωράς μέσα στη βροχή από αδράνεια".



Σημειώσεις: Η εικόνα της μάινας είναι του Κινέζου ζωγράφου Mu Qi (1200-1270). Όταν ήμουν μικρός είχα αναρωτηθεί γιατί έχουν φυτέψει νεραντζιές στους δρόμους (ο Πειραιάς που μεγάλωσα ήταν γεμάτος απ' αυτές) κι όχι πορτοκαλιές, να τρώμε και κανένα πορτοκάλι. Η απάντηση που είχα πάρει ήταν αποστομωτική: "Ακριβώς γι' αυτό το λόγο, για μην τα τρώμε. Να παραμένουν πάνω στα δένδρα και να στολίζουν τους δρόμους!"(16/20)

15 σχόλια:

Roadartist είπε...

To είχα διαβάσει όταν είχε πρωτοβγεί.. Μου άρεσε πολύ, μου άφησε το τέλος του, μια πολύ ωραία αίσθηση :)

ναυτίλος είπε...

Εγώ καθυστέρησα καμιά δεκαριά χρόνια.
Σαν τα νεράντζια και η ιστορία του... πικρή αλλά με ένα υπέροχο άρωμα.

Johnny Panic είπε...

Το είχα διαβάσει πολύ πριν ξεσπάσει το...σκάνδαλο,μαγεμένος κι εγώ από τον εξαίσιο τίτλο.Συνήθως δεν τσιμπάω από τίτλους-δολώματα,αλλά εδώ την πάτησα,ο τίτλος είχε αγκιστρωθεί στο μυαλό μου κι έσκαγα να μάθω τι στο καλό είναι αυτά τα ζιγκ ζαγκ στις νερατζιές.Δυστυχώς όμως απομαγεύτηκα κατά την ανάγνωση.Πειστικοί,σάρκινοι ήρωες,μια κάποια ενδιαφέρουσα ατμόσφαιρα κενού και υπαρξιακής,θα έλεγα,αλεξίας,ΑΛΛΑ.Πάντα αυτό το διαολεμένο "αλλά".Ειδικά ετούτο το τρικάκι του παζλ,των ξέχωρων ιστοριών που σιγά-σιγά έρχονται και δένουν(τι έκπληξη!) δε μου άρεσε καθόλου,ούτε σαν σύλληψη(κοινότοπη άλλωστε) ούτε σαν εκτέλεση,μάλλον αδέξια κατά τη γνώμη μου.Αν αυτό λέγεται "δομή",πάσο...

Όσο για τη θέση του σε σχολικές βιβλιοθήκες,εννοείται πως διαφωνώ με τα φασιστοειδή ανθρωπάρια και φυσικά δηλώνω απερίφραστα ΥΠΕΡ.Όχι όμως γιατί το "Ζιζκ-Ζαγκ στις νερατζιές" είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο,αλλά διότι είναι ένα βιβλίο που-φαντάζομαι-δύναται να μιλήσει σε εφήβους και μάλιστα ψιθυριστά,χωρίς κραυγές και τεντωμένα δάχτυλα διδακτισμού.Ίσως ακουστώ αιρετικός,ωστόσο θεωρώ πως μια σχολική βιβλιοθήκη τέτοια έργα πρέπει να διαθέτει κυρίως κι όχι "αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας",διότι άντε βάλε τώρα το 16χρονο να διαβάσει τον "Πύργο" ή τον "Ηλίθιο"...Θα σε βρίσει και με το δίκιο του!

ναυτίλος είπε...

Επιτέλους Johnny,διαφωνούμε!
Δεν έθιξα καθόλου το θέμα του σκανδάλου που προκλήθηκε με το βιβλίο γιατί πιστεύω ότι τελικά μόνο στις πωλήσεις κάνει καλό κι όχι στη λογοτεχνική του αξία.
Όπως θα είδες κι από τη βαθμολογία μου, το θεωρώ ένα καλό μυθιστόρημα. Μου άρεσε η δομή του αλλά κυρίως η γραφή της Σωτηροπούλου... ιδιόμορφα ποιητική. Κάτι που την κάνει να ξεχωρίζει από ένα μεγάλο σωρό σύγχρονων Ελλήνων "λογοτεχνών". Για μένα η Σωτηροπούλου ξέρει να γράφει... έχει το χάρισμα! Προσωπικά για πολύ λίγους συναδέλφους της μπορώ να το πω αυτό. Ας μη γελιόμαστε, απ' αυτό το χάρισμα ξεκινούν όλα. Στη χώρα μας απίστευτα πολλοί γράφουν, λίγοι διαβάζουν κι ακόμα λιγότεροι αξίζουν να διαβαστούν.
Ενδεχομένως μετά από χρόνια να μη θυμάμαι και πολλά από το βιβλίο της (τον τίτλο του σίγουρα θα τον θυμάμαι). Πιθανόν γιατί το θέμα της και οι ηρωές της παραμένουν στις τρεις διαστάσεις μόνο (σημαντικό κι αυτό εφόσον ξεφεύγουν από τις δύο) χωρίς να μπορεί να μπορεί να τους υψώσει και στην "τέταρτη" (ίσως μάλιστα και η μικρούλα η Νίνα κάπου κάπου να παραμένει στις δύο). Εκεί πιθανόν να βρίσκεται και το δικό σου "αλλά" ή αυτό που συνηθίζω να λέω εγώ , "ε και;"
Γι' αυτό όμως και το Ζιγκ-ζαγκ δεν είναι ένα εξαιρετικό ή αριστουργηματικό μυθιστόρημα. Αλλά πόσοι σήμερα συμπατριώτες μας (εν ζωή) γράφουν τέτοια μυθιστορήματα;
Πρότεινέ μου μερικούς... Δε νομίζω να ξεπερνάνε τα δάχτυλα του ενός ή των δύο χεριών.

Johnny Panic είπε...

Από τα λίγα που θυμάμαι,ναι,οι ήρωες,αν και πειστικοί όπως προείπα,δεν έχουν την «τέταρτη διάσταση»,κάτι που προσωπικά δε με είχε ενοχλήσει στο βιβλίο ούτε με ενοχλεί γενικώς στη λογοτεχνία,διότι μια τέτοια απαίτηση πηγάζει θαρρώ από μιαν αλαζονική αντίληψη του ανθρώπου για το γένος του.Σαν μέσα σε κάθε πλάσμα να μαίνεται θύελλα αιματηρών συναισθηματικών αντιθέσεων, κυκεώνας ιδεολογικών αντινομιών,σφαγές ονείρων και φιλοδοξιών,σαν κάθε άνθρωπος να είναι ένα βαθύ πηγάδι και ιερό χρέος του συγγραφέα να ρίξει φως στα σκοτεινά,αβυσσαλέα του βάθη! Φευ,τι υποχρέωση κι αυτή,να είμαστε ντε και καλά πηγάδια! Μα και οι γούρνες(γούρνες λέω,όχι..."στέρνες") αξίζουν μια θέση στη λογοτεχνία.Άρα και οι δυο διαστάσεις δεκτές,ενίοτε χρήσιμες θα τολμούσα να πω,σε μια λογοτεχνία ύφους κι όχι χαρακτήρων.
Εκεί που -λόγω ιδιοσυγκρασίας μάλλον- διαφωνώ είναι σε αυτά περί συμπατριωτών κλπ. Αν και,προσωπικά,μάλλον διηγηματογράφους έχω να προτείνω παρά μυθιστοριογράφους,ομολογώ πως δεν καταλαβαίνω την ερώτηση κι αυτό διότι δε με ενδιαφέρει καθόλου ποιος γράφει καλά στη γλώσσα μου,ποιος γράφει άσχημα στη γλώσσα μου,ποιος γράφει καλύτερα ή χειρότερα από άλλους που γράφουν στη γλώσσα μου ή έγραψαν στη γλώσσα μου,με ενδιαφέρει ποιος έγραψε καλά στη γλώσσα ΤΟΥ,ποιος γράφει καλά σε οποιαδήποτε γλώσσα και συνεπώς η θέση της Σωτηροπούλου στα Γράμματα δε με πολυαφορά.Ούτε νιώθω ότι πρέπει να είμαι πιο επιεικής με έναν Έλληνα συγγραφέα,επειδή έτυχε να πέσουμε με τα μούτρα στο ίδιο μέρος της γης.(Εδώ θέλω να εκφράσω και τον ειλικρινή θαυμασμό μου για το κουράγιο του Φώτιου να διαβάζει τόση πολλή σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία!!!) Με άλλα λόγια,αφήνω την εποπτεία της εγχώριας λογοτεχνικής παραγωγής στους αρμόδιους ενώ ο ίδιος οδηγούμαι στις αναγνώσεις μου,όπως θα έλεγε και ο Μπέργκμαν,από την "αρχή της απόλαυσης".

ναυτίλος είπε...

Μάλλον δεν έγινα αντιληπτός όσον αφορά στη "τέταρτη διάσταση". Είναι η δυνατότητα των χαρακτήρων να ξεφεύγουν από τα στενά και συγκεκριμένα πλαίσια του βιβλίου και της ιστορίας μες στην οποία τους γνωρίσαμε... και να αποκτούν μια οικουμενικότητα και διαχρονικότητα. Βλέπε τον χαφιέ του Κοτζιά στην Αντιποίηση ή τους ήρωες του Στάινμπεκ στα Σταφύλια της οργής για να μιλήσουμε για βιβλία που αναφέρονται σε συγκεκριμένα χωροχρονικά πλαίσια και να μην αναφερθώ στους ήρωες του Κάφκα...
Δεν είμαι επιεικής με την Σωτηροπούλου, επειδή δεν υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι σύγχρονοι μυθιστοριογράφοι στη γλώσσα μας. Αλλά πολλές φορές αναρωτήθηκα: Αν διάβαζα τη Νυχτερίδα του Τσίρκα ή την Αντιποίηση αρχής του Κοτζιά σε μετάφραση, θα τα θεωρούσα και πάλι αριστουργήματα; Μήπως τελικά όταν διαβάζουμε λογοτεχνία στη γλώσσα μας μπαίνει στην κρίση μας το στοιχείο (της όποιας) ποιητικότητας της γραφής που συχνά και αναπόφευκτα χάνεται στη μετάφραση...(χωρίς να θέλω τώρα να αναφέρω και άλλα στοιχεία). Υπάρχουν πολλοί ξένοι κριτικοί που να θεωρούν τον Παπαδιαμάντη αριστουργηματικό συγγραφέα διαβάζοντας κάποιες μεταφράσεις του; Κοντολογής πιστεύω ότι εκ των πραγμάτων και χωρίς να το θέλω θα παίξει το ρόλο του κι αυτό στην πλάστιγγα της κρίσης.
Όσον αφορά στην αρχή της απόλαυσης, αυτή είναι πάντα ο οδηγός. Μόνον που, συχνά, αλλιώς νοεί ο καθένας μας αυτήν την απόλαυση. Γι' αυτό σέβομαι πάντα την γνώμη αυτών που απολαμβάνουν την ανάγνωση της Δημουλίδου ή του Κοέλιο.
Πάντως όπως έγραψα, το βιβλίο το απόλαυσα ιδιαίτερα. Μάλιστα τις δυο σκηνές, που αναφέρω και στην ανάρτησή μου, τις υπέβαλα και στη βάσανο της δημόσιας (που λέει ο λόγος) ανάγνωσης !

Johnny Panic είπε...

Διαχρονικότητα και οικουμενικότητα! Μεγάλα πράγματα,που δεν τολμώ να ζητήσω.Ας είναι καλοφτιαγμένοι οι ήρωες και ο χρόνος θα δείξει.Βέβαια,όχι μόνο ο χρόνος,αλλά και οι μελλοντικοί κριτικοί που θα επιλέξουν τι θα περισωθεί από την επέλαση της λήθης και τι όχι,επιβάλλοντάς το στους μελλοντικούς αναγνώστες(δεν βαυκαλίζομαι να πιστεύω ότι τον τελικό λόγο τον έχουν οι αναγνώστες,βλέπεις,αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία και ξεφεύγω πάλι).
Για Παπαδιαμάντη,Βιζυηνό κλπ(Κοτζιά εγώ δεν έχω διαβάσει ακόμη)δίκιο έχεις,πώς να διαφωνήσω,αλλά και πάλι δεν συγκινούμαι από τη χρήση της ελληνικής,αλλά από την ίδια τη λογοτεχνία,που σε αυτήν την περίπτωση έτυχε να είναι γραμμένη σε απαιτητικά και μάλλον αμετάφραστα Ελληνικά.Δε με νοιάζει ούτε με συγκινεί αν κάποιος συγγραφέας "προσφέρει" κάτι στα λογοτεχνικά χωράφια του τόπου του,με νοιαζει τι προσφέρει στη λογοτεχνία εν γένει,αυτό εννοώ,κρατώ μια στάση άτεγκτα διεθνιστική,ας πούμε.Εν ολίγοις συμφωνώ μαζί σου,αλλά διαφωνώ κιόλας,για μένα δε μετράει καθόλου η εντοπιότητα.

Αυτό με την απόλαυση το είπα για να αποτινάξω από πάνω μου το "χρέος" της εξουθενωτικής ενημέρωσης σχετικά με το ελληνικό σώμα της λογοτεχνίας.Εσύ προφανώς το απόλαυσες και πολύ καλά έκανες!

ΥΓ: Μου είναι αδύνατον να σεβαστώ κάποιον που βρίσκει την απόλαυση στον Κοέλιο ή στη Μαντά και τους λοιπούς.Είναι μια ηλίθια απόλαυση που μου προκαλεί περιφρόνηση.Και δε σε πιστεύω όταν λες ότι εσύ τους σέβεσαι,στο δηλώνω ξεκάθαρα αυτό.

ναυτίλος είπε...

Άλλη μια επεξήγηση όσον αφορά στη διαχρονικότητα. Κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει τι θα αντέξει στο μέλλον και ίσως και να μην με πολυαπασχολεί. Αλλά μπορώ να βεβαιώσω τι έχει αντέξει μέχρι σήμερα: Πως οι ήρωες του Φλωμπέρ , ο Μπουβάρ και ο Πεκυσέ, με αφορούν και τώρα στις αρχές του 21ου αιώνα. Το αν θα είναι το ίδιο τον 22ο, εμένα τουλάχιστον δεν με αφορά. Ίσως να αφορά τους επαγγελματίες κριτικούς...

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ είπε...

Καλησπέρα σας
Δυσκολεύομαι να βρω την ακριβή έκφραση γι'αυτό το βιβλίο. Αλλά γιατί βιάζομαι το ονομάζω κάκιστο.
Το έχω διαβάσει αρκετά χρόνια πριν και αναρωτιέμαι όταν θα πέσει στα χέρια κάποιου εφήβου ή ενήλικου, μη μυημένου στην ανάγνωση, αν θα σιχαθεί μόνο το συγκεκριμένο βιβλίο ή θα σιχαθεί δια βίου όλα τα βιβλία ,δυστυχώς, και όλους αυτούς που ασχολούνται με το αποστροφικό αυτό είδος.
Άντε μετά να τον μεταπείσεις ότι δεν είναι όλα τα βιβλία το ίδιο βαρετά και απωθητικά. Θα μας πάρει με τις πέτρες, που λέει και κάποιος σύγχρονος αναμορφωτής της κοινωνίας μας.

ναυτίλος είπε...

Καλωσήρθες αγαπητέ Ούλριχ...
Δεν περίμενα ότι η κριτική μου θα συναντούσε τέτοιες αντιδράσεις. Πρόκειται τελικά για ένα βιβλίο που αγαπήθηκε (αν θυμάμαι καλά είχε πάρει εγκωμιαστικές κριτικές από τους επαγγεμαλτίες του είδους όταν πρωτοκυκλοφόρησε) αλλά και μισήθηκε εξίσου. Σαν τα νεράντζια κι αυτό...
Βέβαια για το κοινό δεν μπορώ να σχηματίσω γνώμη καθώς λόγω του σκανδάλου που προκλήθηκε οι πωλήσεις δεν θα ήταν ασφαλές κριτήριο.
Ειλικρινά δεν μπορώ να φανταστώ τι εντύπωση θα σχημάτιζε ένας έφηβος που θα το διάβαζε. Θα επιχειρήσω να το δώσω στα παιδιά μου (14 και 18 χρονών) κι αν τα πείσω να το διαβάσουν θα επανέλθω με τις δικές τους εντυπώσεις. Τώρα μάλιστα ,που το σκέφτομαι είμαι αρκετά περίεργος για το πώς θα τους φανεί.

Κατερίνα Μαλακατέ είπε...

Το βιβλίο δεν το έχω διαβάσει κι έτσι δεν μπορώ να εκφέρω άποψη. Πάντως, αντίθετα από τον Johnny πιστεύω πως οι 16 χρονοι δεν θα βαρεθούν διαβάζοντας τον "Ηλίθιο" ή τον "Πύργο". Μάλλον θα γοητευτούν όπως γοητεύτηκα κι εγώ στην εφηβεία μου όταν τα πήρα από τη δανειστική βιβλιοθήκη του σχολείου μου!
Φυσικά και είμαστε πιο επιεικείς με την ελληνική λογοτεχνία. Και μόνο η οικειότητα που αποπνέει η γραφή στην γλώσσα που μιλάς, για να μη μιλήσω για τα αναπόφεκτα ιστορικά συλλογικά βιώματα, μας κάνει μεροληπτικούς έναντι στους ομόγλωσσους μας συγγραφείς. Κι είναι και τα ελληνικά μια τόσο ιδιαίτερη περίπτωση γλώσσας που δε σου αφήνει πολλά περιθώρια. Αλλά θα συμφωνήσω, τα τελευταία χρόνια συγγραφείς που να γράφουν αριστουργήματα, δεν έχουμε.

Johnny Panic είπε...

Κατερίνα,δεν είσαι η μόνη που γοητεύτηκε,αλλά επίτρεψέ μου να διατηρήσω τις αμφιβολίες μου σχετικά με την πρόσληψη του Πύργου από έναν έφηβο.Σαν να τον βλέπω κιόλας να χτυπάει ενέσεις,τον κακόμοιρο! Λυπάμαι,αλλά καταδικάζω την άποψη "δώσε του κάτι αληθινά καλό και θα το εκτιμήσει".Μα πώς θα το εκτιμήσει; ΔΕ ΜΠΟΡΕΙ να το εκτιμήσει,είναι μικρός,είναι παιδί.Προτιμότερη θα ήταν η πρόσβαση σε βιβλία λιγότερο απαιτητικά,που κάτι θα του πουν για τη ζωή του,πιο άμεσα,πιο "σωματικά".Στην πορεία θα τον βρει και τον Πύργο,εκεί μένει αυτός,ακλόνητος και αμετακίνητος.Και καλά,η βιβλιοθήκη είναι βιβλιοθήκη,ας έχει και κάτι δύσκολο,έτσι κι αλλιώς πόσοι μαθητές θα τη χρησιμοποιήσουν,όταν έχουν διακόσες ώρες φροντιστήρια,αγγλικά,κομπιούτερ και δεν ξέρω τι άλλο.Αλλά εδώ διδάσκεται(τι διδάσκεται,ΕΞΕΤΑΖΕΤΑΙ) στο Λυκείο η "Σονάτα του σεληνόφωτος" του Ρίτσου!!! Και αν θέλετε κάτι πιο νεανικό,έχουμε και τον "μοτοσικλετιστή"...!

kioy είπε...

Καλησπέρα σας,

Περαστικός, το βιβλίο δεν το 'χω... ωστόσο διαβάζοντας τη συζήτηση(πάντα ωραίες γεύσεις) θα 'θελα να κάνω 2-3 σχόλια.

Λοιπόν κατ' αρχάς θεωρώ εγκληματική την απαγόρευση σε οποιουδήποτε ύφους βιβλιοθήκη ένα οποιοδήποτε βιβλίο. Εξίσου εγκληματική θεωρώ και τη στρατευμένη προτροπή προς "Έγκλημα και Τιμωρία", "Ο Πύργος", "Ζιγκ-ζαγκ στις νερατζιές", και σε οτιδήποτε άλλο γραπτό υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρξει. Και για να το ξανατονίσω, μιλάω για "στρατευμένη προτροπή"! Καλύτερο μια βιβλιοθήκη να καταρτίζεται με βάση τις αναζητήσεις κι όχι τις κατευθύνσεις.

Κάτι άλλο, επίσης ανατριχιαστικό, που συμμερίζομαι, μάλλον στο βαθμό του Johnny είναι το ότι "η λήθη και η αιωνιότητα θα καθοριστεί απ' τους κριτικούς". Απ' το παρόν μας αν κρίνουμε, των τόσων εγκλημάτων λήθης, και των τόσων που ούτε ποτέ θα ανακαλύψουμε, αντιλαμβανόμαστε τις διαστάσεις ενός κοντινού μέλλοντος βάσει ενός παρόντος τέτοιας μαζικής συγγραφής(για ό,τι γλώσσα κι αν πρόκειται(εικαστική. λογοτεχνική, μουσική). Και λέω ότι το γεγονός είναι ανατριχιαστικό, όχι για την ευθύνη που διέπει το "επάγγελμα" του κριτικού(κι αυτός, αξιωματικά, ένας μισθομένος τσόγλανος της (υπερ)παραγωγής είναι) αλλά για την παντελή έλλειψη κριτικού πνεύματος, και την καταναγκαστική(;) αποποίηση ευθύνης που διέπει τους "απλούς" αναγνώστες. Χυδαίο, όχι;

Τέλος, στον mini αντίλογό σας περί μετάφρασης, δε θα θελά να σταθώ τόσο στο πρακτικό κομμάτι. Ναι όντως, αλλοιώνεται, ή καλύτερα μεταμορφώνεται ένα κείμενο ανά τις εθνικές μεταφράσεις που δέχεται. Αλλά ας μη ξεχνάμε πως και το αρχικό κείμενο εκκινεί από μια μετάφραση του εσωτερικού κόσμου του συγγραφέα σε λέξεις. Ενώ το τελικό προκύπτει από τη μετάφραση του αναγνώστη, όπως το αντιλαμβάνεται στην δική του εσωτερική κωδικοποιημένη ιδιογλώσσα. Υπάρχουν πολλά είδη μεταφράσεων, άρα πιθανόν να προκύπτουν και πολλά είδη αναλφαβητισμού. Τελικα, όταν ένα βιβλίο, ένα έργο τέχνης φτάνει σ' οποιονδήποτε αναγνώστη, υπάρχουν μόνο αυτοί οι δύο. Και αυτό που μένει είναι η εσωτερική διάλεκτος, η αναμεταξύ τους γλώσσα, και η αναμεταξύ τους χειραψία. Οι ενδιάμεσοι απλά δεν υπήρξαν.

ναυτίλος είπε...

Kioy, πράγματι εντυπωσιακή η άποψή σου περί ανύπαρκτων ενδιάμεσων!

Ανώνυμος είπε...

Όποιος τολμήσει να υπερασπιστεί την ποιότητα κατηγορείται ωε φασιστόμουτρο... Κάποτε οι συγγραφείς ήταν συγγραφείς με το Σ κεφαλαίο, αυτή είναι η μόνη διαφορά κι εξέλιξη.