"Μια ιστορία χωρίς αρχή και τέλος. Μια παλιά αμαξοστοιχία χωρίς μηχανές. Ένας ατέρμων κοχλίας".
Υπάρχουν μυθιστορήματα όπου ο αναγνώστης είναι ένας άνθρωπος χαμένος μέσα στο χρόνο και στο χώρο. Το ανάστημά του μηδενίζεται μπρος στην οριζόντια απεραντοσύνη. Αμέτρητα καλώδια απλώνουν στα πόδια του το καθένα και από μια πληροφορία ασύνδετη για ό,τι κάποτε υπήρξαν όλα αυτά τα πρόσωπα, των οποίων τις ζωές παρακολουθεί. Καθώς πλανιέται μέσα στα γεγονότα, διαγράφει μια τροχιά κυκλική, πάντα την ίδια, συναντά τα ίδια τοπία και πρόσωπα, μα απέχει τόσο πολύ από το κέντρο που έχει την ψευδαίσθηση ενός ταξιδιού σε ευθεία. Μέσα στη δίνη των γεγονότων αποφασίζει κάποτε ν' ανακρούσει πρύμνα στη συμπαντική ροή του χρόνου, και με την αργή του κίνηση να μπορέσει να βάλει κάποια τάξη, να συσχετίσει τα πράγματα με τα πρόσωπα, έτσι καθώς περνούν αφήνοντας εκπληκτικά έντονες χρωματικές εντυπώσεις από λεπτομέρειες ενώ το όλο σχήμα, η ουσία, παραμένει κλειστή και απροσπέλαστη.
Το "...από το στόμα της παλιάς Remington..." είναι ένα μυθιστόρημα που θέλει προσπάθεια για να το κατακτήσεις. Κι εκεί που νομίζεις ότι τα κατάφερες κι έφτασες στην κορφή, διαπιστώνεις, όχι με λύπη αλλά με έκπληξη, ότι αυτή η κορυφή είναι τυλιγμένη από μια ομίχλη που μόλις και σ' αφήνει να διακρίνεις άλλες... ψηλότερες.
Το βιβλίο βρισκόταν στη βιβλιοθήκη μου πάνω από 20 χρόνια, στην πρώτη του έκδοση (Τρίλοφος 1981, Θεσσαλονίκη). Όποιος παρακολουθεί το ιστολόγιό μου θα έχει προσέξει ότι τα πιο πολλά βιβλία τα διαβάζω με καθυστέρηση πολλών χρόνων από την έκδοσή τους. Όσον αφορά στην ελληνική λογοτεχνία αυτό είναι σχεδόν κανόνας, ίσως γιατί περιμένω να ωριμάσουν...
Δύο χρόνια πριν, πρωτοδιάβασα το "Κιβώτιο"(20/20) του Άρη Αλεξάνδρου και με συνεπήρε τόσο, ώστε λίγες μέρες μετά το ξαναδιάβασα. Την "Remington",αφού την έφθασα ως τη μέση, την έπιασα πάλι από την αρχή, γιατί ένιωσα ότι μου ξέφευγε και μόλις την τέλειωσα, ξαναγύρισα σε πολλά κομμάτια της. Για μένα, η έντονη επιθυμία να ξαναδιαβάσω ένα βιβλίο ή να μη θέλω να τελειώσει, είναι ασφαλές κριτήριο για το χαρακτηρίσω αριστούργημα.
Το μυθιστόρημα περιγράφει την εναγώνια προσπάθεια του αφηγητή να αποδώσει όσο πιο αντικειμενικά γίνεται τον έρωτα του θείου του, Δημητρίου και της Ελένης. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, ξετυλίγει όλη την ιστορία της Ελλάδας του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Από τους Βαλκανικούς πολέμους έως και τον Εμφύλιο. Από την Κυνουρία στην Αθήνα, από την Θεσσαλονίκη στην Ξάνθη και στις Πρέσπες και από το Κάιρο στην Κύπρο. Στη ζωή του προοδευτικού δασκάλου, Δημητρίου, καθρεφτίζεται όλη η κοινωνικοπολιτική ιστορία του τόπου μας. Παράλληλα ξετυλίγονται οι μικρο-ιστορίες δεκάδων άλλων προσώπων, που κινούνται γύρω από τους πρωταγωνιστές, ξεδιπλώνοντας έτσι το μωσαϊκό της μεγάλης εθνικής ιστορίας.
Μπορεί όμως ένα μυθιστόρημα ν' αναπαραστήσει την πραγματικότητα; Ο Πάνου έχει συνείδηση της ματαιότητας του εγχειρήματός του και φροντίζει συνεχώς να μας το επισημαίνει με τρόπο ευφυή, εξιστορώντας μας, τελικά, αυτήν ακριβώς την αδυναμία: Η μυθοπλασία δεν μπορεί να ανασυνθέσει τον κόσμο μας.
Διαβάζοντάς το, ένιωθα σιγά σιγά κι εγώ ένας από τους μπερδεμένους, στους δαίδαλους της ιστορίας του τόπου τους, πρωταγωνιστές της "Remington", καθώς πάσχιζα να πορευτώ μέσα στο λαβύρινθο του κειμένου. Όπως ο αφηγητής προσπαθούσε να ανασυνθέσει τον βίο και τον μεγάλο έρωτα του θείου του μέσα από τα ημερολόγια, τα ποιήματα και την αλληλογραφία του, τα ντοκουμέντα της εποχής, τα λεγόμενα των συγγενών και τις λίγες προσωπικές του αναμνήσεις, έτσι προσπαθούσα, ως αναγνώστης, να ελιχθώ ανάμεσα στις συνεχείς εναλλαγές των πρωτοπρόσωπων αφηγητών (ακόμη και μέσα στην ίδια πρόταση) και τα συνεχή άλματα στο χώρο και στο χρόνο προκειμένου να τιθασεύσω το κείμενο. Ένιωθα να στροβιλίζομαι μέσα στη δίνη των γεγονότων που συγκλόνιζαν τη χώρα και που ο απόηχός τους έφτανε όχι μόνο έως τις άκρες του τόπου αλλά κι ως τη διασπορά της Αιγύπτου.
Το ιστορικό ταξίδι, που ξεκινάει με τη μάχη των Σπαρτιατών και των Αργείων στην αρχαία Κυνουρία έως το καλοκαίρι του 1952 που βρέθηκε ο τελευταίος νεκρός του Εμφυλίου, συμβαδίζει με ένα ταξίδι στη γλώσσα και στη λογοτεχνία μας. Παραθέματα αρχαίων Ελλήνων, από τον Ηρόδοτο ως τον Παυσανία, δημοτικά τραγούδια, αποσπάσματα ντοκουμέντων σε καθαρεύουσα και γλωσσικά ιδιώματα διαφόρων τόπων, δημιουργούν ένα πανόραμα της ελληνικής γλώσσας. Ενώ παράλληλα,ο Πάνου, ανοίγει κάθε τόσο ένα σεντούκι απ' όπου ξεπηδούν μικρά διηγήματα με τον τρόπο των μεγάλων μας ηθογράφων των αρχών του 20ού αιώνα ή μικρές αφηγήσεις με τον τρόπο του Καχτίτση, του Πεντζίκη αλλά και του Προυστ, του Φώκνερ και του Ντος Πάσος.
Ο Γιάννης Πάνου (1943-1998) έχει συνθέσει το αριστουργηματικό του έργο κόμπο-κόμπο προσέχοντας τις αποχρώσεις, τους συνδυασμούς και την τοποθέτησή τους πάνω στην ελληνική ιστορία. Απλώνει μπροστά μας ένα εντυπωσιακό χαλί και κάθε τόσο φροντίζει να το γυρνάει κι από την ανάποδη αποκαλύπτοντάς μας έτσι, την τεχνική του.
"Αν σηκώσεις την άκρη της κρεμασμένης πάνω από το κρεβάτι κεντητής μπάντας, θα θυμηθείς το παλιό καθαρό χρώμα του καπνισμένου τοίχου, με όλο τον κίνδυνο, έτσι καθώς διπλώνεις το ύφασμα και καταστρέφεις τις αναλογίες και την προοπτική, να φέρεις τους άγριους διώκτες πολύ κοντά στον παράτολμο κλέφτη. Αν γελάσεις μ' αυτή τη σκέψη και αδιαφορώντας για τις συνέπειες σηκώσεις πιο πολύ το ύφασμα, τότε θα δεις την πίσω όψη του παραμυθιού, χαμένη τη μαγεία των χρωμάτων, την τεχνική ξεμπροστιασμένη, όλο κόμπους και στηρίγματα και μεγάλες βελονιές".
Σημειώσεις: Η πρώτη παράγραφος είναι από το βιβλίο και στην οποία, μετά από κάποιες αλλαγές, έχω βάλει στη θέση του "αφηγητή", που απελπισμένος προσπαθεί να ανασυνθέσει τη ζωή του θείου του, τον "αναγνώστη" που προσπαθεί να φθάσει στον πυρήνα του έργου. Στην πρώτη φωτογραφία φαίνεται το παλιό Δημοτικό σχολείο των Δολιανών της Κυνουρίας, απ' όπου καταγόταν ο Πάνου αλλά κι ο Δημήτριος (χωρίς αυτό να δηλώνεται ρητά στο κείμενο). Στη δεύτερη το Κάιρο, όπου εκτυλίσσεται ένα μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος. Στην τελευταία μια μπάντα τοίχου. Από τις εκδόσεις Καστανιώτης κυκλοφόρησε ένα βιβλιαράκι το 2006 αφιερωμένο στο μυθιστόρημά του με τίτλο "25 χρόνια μετά" και κείμενα των Μουλλά, Βούλγαρη, Σκάσση, Φάις, Χατζητάτση, Σαϊνη. Επίσης, η Κυριακάτικη Αυγή είχε κάνει ένα αξιόλογο αφιέρωμα στον Πάνου, το Μάιο του 2008, με αφορμή τα 10 χρόνια απ' το θάνατό του και το οποίο μπορεί να αναζητήσει κανείς στο: http://www.avgi-anagnoseis.blogspot.com/ .(19/20)
27 σχόλια:
και η ανάρτηση έχει το δικό της ταξίδι.
πρτφ
Φίλε Ναυτίλε, τέτοια κείμενα είναι σαν τις ωρολογιακές βόμβες. Όταν το διαβάζεις, ζεις τον λαβύρινθο που αναφέρεις και πολλές φορές δυσανασχετείς, σταματάς, αποθαρρύνεσαι. Όταν τελειώσει όμως, συνειδητοποιείς την έκρηξη της λογοτεχνίας να κρατάει για πολύ. Νομίζω το ίδιο θα σου συμβεί, αν δεν το έχεις διαβάσει, με το βιβλίο του Πεντζίκη "Το μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης".
Καλές αναγνώσεις
Πατριάρχης Φώτιος
Εγώ πάλι θα έλεγα ότι είναι ένα έργο σε πολύ ωραία γλώσσα, με ενδιαφέροντα κομμάτια που διαβάζονται σκόρπια, λαογραφικό και ιστορικό ενδιαφέρον και τη συγκίνηση που φέρνει η ψυχρή αναφορά τόσο τραγικών στιγμών (εδω ίσως συναντά τον Αλεξάνδρου) όσο τα Δεκεμβιανά και η Ελ Ντάμπα. Αλλά λογοτεχνικό ενδιαφέρον δεν βρίσκω. Όχι γιατί δεν εχει "αρχή και τέλος' κλπ. αλλά γιατί δεν εχει δεύτερο επίπεδο αναγνωσης (Που οταν υπάρχει φάινεται με τη μία, όταν ΔΕΝ υπάρχει κάθεσαι και ψάχνεις από την αρχή!). Δεν "θέλει να πει κατι", δεν έχει θέμα: ο καλός δημιουργός, και με τη στατική αφήγηση, και με τη μη-αφήγηση, κάπου αποβλέπει. Ένα έργο δηλαδή μπορεί να μην εχει πλοκή, αλλά εχει πάντα θ ε μ α. Αυτό δεν εχει! είναι η μονοδιάστατη καταγραφή ζωών, με φλύαρες λεπτομέρειες, και χωμένα ανάμεσα κατι ποιητικά και κατι μεταμοντέρνα του τύπου "οι σημειώσεις του συγγραφέα" Πιθανόν δεν ξερω τι λέω. Αλλα΄μη μου απαντησετε με γενικότητες: ερώτηση αδαούς (για να μαθαίνω κιόλας): πού βρίσκεται η λογοτεχνική αξία του εν λόγω;
Επίσης: ουδεμία σχέση με Αλεξάνδρου. Το Κιβώτιο είναι ε ρ γ ο, δηλαδή σε επίπεδο πανω από την ρπαγματικότητα. Αυτό του Πάνου είναι αυτό που λέμε σήμερα "δημοσιογραφική ματιά", απλώς μιας εποχής που μας εμπνέει το σεβασμό και σε σοβαρό υ΄φος. so what; ουτε καν ενδιαφέροντες ηρωες δεν εχει. Μου φανηκαν κατι υστερικοί εως ψυχοπάθειας της εξάρτησης από την οικογένεια και των αναμνήσεων από το χωριό, όλο παπάδες, κηδείες, γενες κλπ. ΟΚ, έτσι ήταν. Ναι, αλλά κι ο Καζαντζάκης έτσι εμγάλωσε! Αυτά δεν τα καταγράφουμε, τα αίρουμε σε κατι αλλο, τα χρησιμοποιούμε για να πούμε κατι για τον άνρθωπο.
υγ: αν πράγματι σας άρεσε τόσο,τότε έχω (και γι αυτό!)μια εξήγηση: όντας (εσείς) πολύ αυξημένης αναγνωστικής, κριτικής, πιθανόν και συγγραφικής ευφύίας, κάνετε στο μυαλό σας από όλο αυτό το πολύ πλούσιο ανεπεξεργαστο υλικό, μ ό ν ο ι σας τη δουλειά του συγγραφέα: βγάζετε εντυπώσεις, ακόμα και αισθητικής αξίας (γιατί τη διαθέτετε εσείς οι ίδιοι)για την ανθρωπινη μοίρα, τις κοινωνικές τάξεις, τον πόλεμο, τη γυναίκα κλπ. Αλλά ο συγγραφέας ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΤΙΠΟΤΑ! Εκτός από την καλλιγραφία και τη μίμηση του μοντέρνου΄, τίποτε από όλα αυτά δεν εχει δώσει σε συμπαγές εργο με αισθητική αξία. Μπορέι ο Αλεξάνδρου να μη μου άρεσε για άλλους λόγους, αλλ΄το βιβλίο (Κιβώτιο) ως σύνολο είναι εργο τέχνης. Αυτό, με συγχωρούν οι θαυμαστές και ο εκλιπών συγγραφέας, κατ εμέ δεν είναι!
Προς Pellegrina...
ΥΠΟΚΛΙΝΟΜΑΙ!
Προς βιβλιοκαφέ...σ'ευχαριστώ για την καίρια παρατήρησή σου!
Το βιβλίο του Πεντζίκη δεν το έχω διαβάσει ακόμα αλλά θα το κάνω σύντομα.
Προς πελεγκρίνα, ετερώνυμο... καταλαβαίνω τι θες να πεις αλλά το βιβλίο το βίωσα περισσότερο σαν αγωνία του αφηγητή (και του δημιουργού) να αναπαραστήσει μια εποχή αλλά και κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα μέσα από τον δάσκαλο θείο του, χρησιμοποιώντας τα κατάλοιπά του και ό,τι άλλο μπορούσε.Από κει προέκυπτε κι ο δοκιμιακός του λόγος για τις δυνατότητες της μυθοπλασίας , που προσωπικά με καθήλωσε.
Γενικά ο συνδυασμός της μυθοπλασίας και της διερεύνησης των δυνατοτήτων της ήταν μοναδικός.Δεν με απασχολεί αν αυτό λέγεται μοντέρνο ή μεταμοντέρνο... Αυτό που με ενδιαφέρει είναι τα συναισθήματα που μου προκάλεσε, η συγκίνηση που ακόμα κρατά και οι σκέψεις όχι μόνο για τους διάφορους πρωταγωνιστές αλλά και για τη φύση του μυθιστορήματος.
Προς πελεγκρίνα...για το υστερόγραφό σου... Πράγματι μπορεί να είναι κι έτσι! Όμως δεν πιστεύω ότι ο συγγραφέας δεν έχει κάνει τίποτα, ίσα-ίσα έχει κάνει πολύ πιο πολύπλοκα πράγματα. Δεν είναι πολυ σημαντικό ο συγγραφέας να βγάζει τον αναγνώστη από τη συνήθη αδράνειά του και να τον παρακινεί σε σκέψεις γι' αυτά που γράφει και τον τρόπο με τον οποίο τα γράφει;
ναυτίλε, καλημέρα. Οκέι, πάω πάσο! περί ορέξεως ...άλλωστε, αυτό είναι η ανάγνωση. μα να συμπληρώσω (η κακιά)
α) τα πρόσωπα δεν θυμάμια ν ακ΄νουν απολύτως τίποτε αξιο λόγου. Εκτός να μεσα στην πληθώρα το ε΄χασα.
β) συχνά πολλά εντυπωσιακά πράγματα σε ένα βιβλίο προκύπτουν από τη ματαιοδοξία του συγγραφέα. Ο 'δοκιμιακός του λόγος για τη δυνατότητα της μυθοπλασίας" που "σε καθήλωσε", είναι η έξυπνη καταγραφή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν όλοι οι συγγραφείς στη σύνθεση. Απλώς αυτο΄ς τις βάζει μεσα στο μυθιστόρημα, στο στυλάκι "κάναμε που κάναμε τον κόπο, να μην το δείξουμε"; Ασε εκέινη τη σύγκριση με τον Σεφέρη! τεσπά, εντάξει, όλα καλά είναι 9στο κατω κατω από την πολλή σεμνότητα δεν βγήκε ποτέ μεγάλο εργο)
Ετερωνυμε, μην υποκλίνεσαι, θα πονέσει η ..με σσούού λαα 9ευχαριστώ!)
Συμπληρωματικά: τι άσχετο και κακόγουστο εξώφυλλο! (κατ εμέ!)
Προς πελεγκρίνα... πολλή κακία (μέχρι και στο εξώφυλο έφθασε)... πες και κάτι καλό.
Το εξώφυλλο πάντως (το οποίο υπήρχε και στην πρώτη έκδοση) ήταν επιλογή του συγγραφέα και πιστεύω ότι πρόκειται για λεπτομέρεια από μια μπάντα τοίχου για την οποία κάνει λόγο στο τελευταίο κεφάλαιο (Απόκρυφο). Συγκεκριμένα η μπάντα που περιγράφει στο Απόκρυφο είναι μάλλον κοινή αφού μου θυμίζει έντονα μια που έχω στο νησί (Σκόπελος). Μόλις πάω θα το διασταυρώσω. Εμένα πάντως το εξώφυλλο μου άρεσε πολύ... γούστα είναι αυτά.
είπα, δεν είπα; είπα, "περί ορέξεως..."
αλλά θα σου πω κατι: απο τοτε που μπηκα στο βιβλιοφιλικό διαδίκτυο, εχω διαπιστώσει ότι βασικό στοιχείο πολλών συγγραφέων είναι ο σαδισμός και πολλών βιβλιόφιλων ο μαζοχισμός!
Ο Πατριαρχης γράφει:'Όταν το διαβάζεις, ζεις τον λαβύρινθο που αναφέρεις και πολλές φορές δυσανασχετείς, σταματάς, αποθαρρύνεσαι". ως πότε πια θα ζούμε με τη θελησή μας τους λαβυρίνθους που κατασκευάζουν κάποιοι για να λυτρωθούν από το δικό τους; Βοηθάμε έτσι κανέναν και τίποτα; Ας μας εξηγήσουν οι ειδικοί (ψυχίατροι)
Προς πελεγκρίνα... δεν ξέρω αν πρόκειται περί βιβλιοφιλικού μαζοχισμού, πάντως λατρεύω τους λαβύρινθους. Μή μου πεις ότι και το Κιβώτιο δεν είχε τους δικούς λαβύρινθους.
Εξαρτάται τους λαβυρινθους. Το "Κιβωτιο" είχε έναν τέλεια κατασκευασμένο λαβυρινθο (αφήγηση, δομή), που γεννάει ευχαρίστηση να τον ακολουθείς (αν και το περιεχόμενό του...)Αλλά, αυτό είναι το κόλπο, θέλοντας και μη με έκανε να το διαβάσω. Μου στάλαξε το μηνυμα σαν τον οδοντίατρο που σου βαζει βιντεοπαραμυθάκια, μέγα ταλέντο! Επίσης είχε ρ υ θ μ ό στην αφήγηση (εκείνοι οι "κυανισμοί" ήταν περίπου το ..ρεφρέν). Επίσης ο λαβυρινθος μιμείται το λαβύρινθο της δομής του ιδιου του κόμματος, όπου όλα ήταν παράλογα. Τέλος αποκτά την ειρωνική του "μετασημασία" (δικός μου όρος!-φαντάζομαι!)από το γεγονός ότι ολόκληρος είναι μια αναφορά απευθυνόμενη σε έναν ανακριτή του ίδιου του κόμματος (και όχι στον ταλαίπωρο αναγνώστη -τον οποίο πάντως, παρά το φρικτό του θέματος, κάνει τα παντα για να μην τον ταλαιπωρήσει!
Μια γενικότερη παρατήρηση: πολλοί αριστεροί συγγραφείς στην ελλάδα έγραψαν το προσωπικό τους παράπονο και μόνο. Αντίθετα, όσους ξένους αριστερούς συγγραφείς εχω διαβάσει, πέρα από τα προσωπικα΄, αναλύουν τη δομή της κοινωνίας και τις κοινωνικές ταξεις με τη ματιά την υλιστική. Κι αν δεν τους αρκεί ή την αμφισβητούν, παντως η ματιά τους είναι πολύ πλατύτερη, κατι που από μόνο του δημιουργεί αισιοδοξία. Επίσης οι ήρωές τους εχουν μεγεθος άγνωστο στους έλληνες. Κι αυτοί περασαν βασανιστήρια. Κι αυτοί κατάγονταν από ¨καθυστερημένα"χωριά. κλπ, κλπ αλλά αυτό δεν αρκεί για να σε κάνει λ ο γ ο τ ε χ ν ι κ ό ήρωα. Με άλλα λόγια οι ξένοι είναι πρωτα λογοτέχνες, ενώ οι δικοί μας, ειδικά οι πιο πρόσφατοι, είναι νομίζω πρώτα κάποιοι που "θέλουν να πουν τον πόνο τους". Του Αλεξάνδρου 'ομως ο πόνος είναι "'αρτιος λογοτεχνικά' (αυτή τη φρασεολογία την έχω κλέψει από σας τους μπλόγκερς!)
(σου χρωστάω μια σύγκριση Αλεξάνδρου-Ντανίλο Κις. Σου προσθέτω και μια σύγκριση Πάνου -Τσέζαρε Παβέζε. Θα στην κάνω! (άλλωστε, ξερω τι θα γράψω) Απλώς, θέλει επιμέλεια στη διατύπωση και τωρα ..βαριέμαι! θυμισέ το μου από φθινόπωρο..
Αλεξάνδρου-Κις αλλά και Πάνου-Κις γιατί όχι; Παβέζε με Πάνου,όμως;;
Όσο για τα χρέη μην ανησυχείς.Και γω σου χρωστάω τον Τάβερεντς, θυμάσαι;
Έτσι είναι,δε νοείται λαβύρινθος δίχως γεωμετρία(και δίχως μίτο)ειδάλλως μιλάμε για αχταρμά,για ιμάμ μπαϊλντί,για την Άρτα με τα Γιάννενα,πάντως όχι για σύνθεση.Το κιβώτιο είναι ένα έργο δαιδαλώδους δομής κι εκπληκτικής μουσικότητας! Το διαβάζεις και λες μα δεν μπορεί ρε π***** μου να διαστέλλεται έτσι ο λόγος,να τεντώνεται τόσο το σκοινί κι όμως να μη σπάει..!Τέτοια διαμάντια στην ελληνική πεζογραφία είναι μετρημένα στα δάχτυλα...Μπορεί να ακουστεί κλισέ,αλλά πολύ σπάνιος καρπός το μυθιστόρημα στα ελληνοχώραφα...!Εγώ ερμηνεία αδυνατώ να δώσω,δεν έχω ιδέα!
Επίσης συμφωνώ με την Pellegrina πάνω στο ζήτημα του συγραφικού..σαδισμού.Είναι παράλογο ένας συγγραφέας να σε δυσκολεύει εσκεμμένα,όπως είναι φτηνό κι εμμετικό να κολακεύει σκόπιμα τις αναγνωστικές σου ευκολίες.
Και τέλος,μια περίπλοκη μορφή οφείλει κατά τη γνώμη μου να ανταποκρίνεται σε ένα ιδιαίτερα σύνθετο περιεχόμενο.Ας κάνουμε ένα αλματάκι στον κινηματογράφο.Η "Σιωπή" και η "Persona" του Μπέργκμαν δεν θα μπορούσαν να είχαν μια πιο συμβατική μορφή,διότι το θέμα,το περιεχόμενο,οι έννοιες απαιτούσαν την αντίστοιχη οπτική τους πολυπλοκότητα.Τώρα αν θέλω να πω για τα ντολμαδάκια της γιαγιάς μου αλά μανιέρ ντε Τζόυς,πιασ'τ'αβγό και κούρεφ'το...!!!
"Το φεγγάρι και οι φωτιές' : ενας μετανάστης γυρνάει στον τόπο του (χωριό ιταλίας) και θυμάται (παιδικά χρόνια, εποχή πριν και μετά τον πόλεμο, αντάρτες, κομμουνιστές κια φασίστες,σφαγές, φτώχια και σκληρότητα). Εμένα έτσι μου βγαίνει η σύγκριση, τι να κάνουμε! (οι συγγένειες είναι και αυθαίρετες στο μυαλό του καθενός)
(όχι, για θύμισε!)
το θεμα ετερωνυμε ειναι οτι τα ντολμαδάκια ειναι μειζον θεμα για τον (χ) συγγραφέα, δεν το κάνει παντα επιτηδες. το τι είναι "μείζον" για τον καθένα στην εποχή μας είναι πολύ ρευστό. Τώραας πούμε πώς να διαβάσω εγώ ως κατι τραγικό (που αυτό ήταν) τη φάση στον Πάνου με τη γυναίκα που έμπαινε κατω από το καζάνι, ούσα έγκυος, για να κανειαρσενικό! (και την ξάφριζαν οι γυφτισσες που έκαναν τα "μάγια") Ούτε ως αστείο δεν μπάινω στον κόπο να το διαβάσω, είναι κατι από΄εναν άλλο κόσμοόπου ζει άλλος είδος εμβίου όντος! κι όμως, φάινεται πως "Ζουν ανάμεσά μας!' άντε τωρα να φτιάξεις λογοτεχνία, όταν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε όυτε στο ποια ειναι τα φλέγοντα για τον άνθρωπο..
Πελεγκρίνα εννοούσα τον Ζβέρεντς (Κεφάλι και κοιλιά). Συγγνώμη, εκ παραδρομής, έγραψα εσφαλμένα το όνομά του. Αυτόν, λοιπόν, στον οφείλω. Ωραίες οι παρατηρήσεις σου για το Κιβώτιο!
Α, ο Γκέρχαρντ μου; δεν ξερω γιατί το πάω τόσο αυτό το βιβλίο, ίσως ήταν και το timing που το διάβασα. συνδυάζει τη ματιά του στρατευμένου αριστερού, του διανοούμενου, του προβληματισμένου ιδεολογικά και αισθητικά μυθιστοριογράφου, και κάτι πολύ "νεανικό", εξεγερμένο, "ροκ εντ ρολ' θα έλεγα, μια ορμή που διαποτίζει όλα αυτά ερωτικά. Σκληρή γλώσσα που τη μεταφράζεις ως τρυφερή, ανθρωπισμός, δεν ξερω, απλως το αγαπώ. Σίγουρα δεν ειναι τέλειο, μάλλον ειναι ενα ξεχασμένο βιβλίο, αλλά ..οι αγάπες έτσι είναι.
Οκ,άλλωστε εγώ δεν πιστεύω πως το μεγάλο μυθιστόρημα εκπορεύεται κατ'ανάγκην από το μεγάλο θέμα.Μήπως η "Κυρία Ντάλογουεη" της Γουλφ είχε κάποιο αντικειμενικά φλέγον θέμα; Το...θέμα είναι να σ'ανάψει φωτιά ο δημιουργός με οποιοδήποτε θέμα.Αλλιώς ρίχνεις ανάθεμα και πας παρακάτω...Ευτυχώς υπάρχει πλούσιο απόθεμα στην παγκόσμια πεζογραφία...!
το καλο μυθιστόρημα δεν εκπορευεται κατ αναγκην απο το μεγάλο θεμα. καμιά φορά το μεγάλο θέμα είναι και κλισέ ή ευκολία. ¨ομως το μ ε γ α λ ο μυθιστόρημα (αφού το εφτασες μεχρι τα μεγάλα μεγέθη!) νομίζω πως παντα εχει να κανει και με μεγαλο θεμα, η τουλάχιστον ειναι ετσι γραμμένο που μετατρέπει το θέμα σε μεγάλο. οσο για τη Γουλφ, νομίζω πως εχει ν ακανει και με την εποχή: στην εποχή της η κ. Νταλαγουέι ΄ι σ ω ς -λέω ίσως- ήταν μεγάλο, δηλαδή πρωτότυπο και ταυτόχρονα πολύ ενδιαφέρον θέμα.
(στις 4.15 το πρωι μην περιμένεις πολλά, απλώς μπήκα τωρα μια βόλτα και γραφω στο πόδι..
(νεκρα παντού. μα ..όλοι κοιμάστε τέτοια ώρα; γιατί; :)
Προς ετερώνυμο... υπάρχει ένας όρος νομίζω στην (ιταλική) ζωγραφική , sprezzatura, σύμφωνα με τον οποίον όσο μεγάλη προσπάθεια κι αν κάνεις για την επίτευξη ενός καλλιτεχνικού έργου αυτή πρέπει να αποκρύπτεται από τον αποδέκτη. Το αποτέλεσμα τότε θα έχει την ομορφιά της απλότητας και ίσως να είναι μεγαλειώδες.
Πελλεγκρίνα ...καλά, πότε κοιμάσαι; Πού βρίσκεις το κέφι στις 4 μετά τα μεσάνυχτα να συζητάς για Γουλφ και Ντάλλογουέι;
Προς Pellegrina
Συμφωνούμε πάνω κάτω...Έχει βέβαια να κάνει και με την ίδια την πορεία του είδους.Αν δεν κάνω λάθος,στις αρχές του 20ου αιώνα σημειώθηκε μια τάση για "κοινά" θέματα,ένα αίτημα για στροφή στην καθημερινή εμπειρία,χαζά το λέω,αλλά είμαι με ημικρανίες καλοκαιριάτικα....
Προς ναυτίλο
Ωραίο το ιταλικό...Μου θυμίζει τον Μπουνιουέλ που έλεγε ότι η τεχνική στον κινηματογράφο δεν πρέπει να φαίνεται.Δεν το δέχομαι όμως ως ακλόνητο αξίωμα.Αν υπάρχει λόγος,γιατί να μη φανεί; Αρκεί βέβαια να μην καταλήξει σε αυτιστικό αισθητισμό και αυτάρεσκη επίδειξη.
Προς Pellegrina
Να πάρει! Και είχα αϋπνίες χθες! Να μην ξέρω ότι βρικολακιάζεις κι εσύ,να την ξεζουμίσουμε τη Γουλφ...!!!!
εγώ ειμαι πλάσμα της νύχτας... μη με βλέπετε έτσι άκακη! άκακη ειμαι, αλλά είμαι και ...απέθαντη!
Κοιμάμαι 5-1, στο περίπου. Το πράγμα στρώνει στις διακοπές -όπου αν κοιμόμουνα ετσι θα εχανα όλη τη μέρα, υπόψη ότι δεν είμαι του "έξω" ξενυχτιού) και "επανέρχεται βαθμιαία τον υπόλοιπο χρόνο. Πρέπει να είναι κληρονομικό: και οι δύο γονείς μου ήταν βρυκόλακες..
(βαριέμαι τωρα για Γουλφ, άλλη φόρα! σας πιανω μονότερμα, ας μιλ΄σει και κανενας άλλος!)
Κι εγώ βαριέμαι,άλλη φορά που θα με πιάσουν οι διαταραχές ύπνου θα συμπλεύσουμε διαδικτυακά...!
Κάπως αργά, μα μόλις τώρα είδα την παρουσίαση και τα 24 σχόλια.
Διάβασα το βιβλίο πριν από χρόνια, επειδή φαινόταν ενδιαφέρον, αλλά η απογοήτευσή μου ήταν πολύ μεγάλη. Εν ολίγοις δεν διαβαζόταν...
Ήμουν περίεργη λοιπόν να ακούσω γνώμες
Συμφωνώ με την Pellegrina, που τη βρίσκω πολύ διεισδυτική στην κρίση της για τη remington αλλά και για "Το κιβώτιο", που το θεωρώ ένα λογοτεχνικό διαμάντι.
"Το κιβώτιο" μου θύμισε κατά κάποιον τρόπο "Το μηδέν και το άπειρο" του Άρθουρ Καίσλερ.
Καμιά σχέση δε βρήκα με "Το μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης".
κ.κ.
Δημοσίευση σχολίου