Από την Ιερουσαλήμ της "Λέσχης" στο Κάιρο της "Αριάγνης", όπου βρίσκονται τώρα τα αρχηγεία των συμμαχικών δυνάμεων. Από τον Δεκέμβρη του 1942 στο καλοκαίρι του 1943. Ο Ρόμμελ έχει ηττηθεί στο Ελ Αλαμέιν και υποχωρεί ενώ οι Σοβιετικοί αρχίζουν να νικούν τους Γερμανούς. Η έκβαση του πολέμου ξεκαθαρίζει και κύριο μέλημα των συμμάχων στα παρασκήνια είναι πια το "μετά". Κι εδώ ξεκινάει ένας άλλος πόλεμος, πιο ύπουλος: πολιτικές πλεκτάνες, διπλωματικές κινήσεις, κατασκοπίες, εκτοπισμοί, δολοφονίες... Όλα αυτά είναι το φόντο αλλά και ο κινητήριος μοχλός του μυθιστορήματος. Στο πρώτο πλάνο ο ανθυπολοχαγός Μάνος Σιμωνίδης χαμένος μες σ' αυτόν τον κυκεώνα πασχίζει να βρει το σωστό και το δίκαιο. Ωστόσο, όσο πιο πολύ πασχίζει τόσο πιο πολύ δείχνει να μπερδεύεται.
"Είμαι σα θεατής αρχαίας τραγωδίας, ξέρω τα δεινά που περιμένουν τον ήρωα, ξέρω πως όσο πασχίζει να διορθώσει τη μοίρα του, τόσο θα βουλιάζει και πιο πολύ".
Ο Μάνος, η "μάνα κουράγιο" Αριάγνη Σαρίδη, ο διανοούμενος Ρούμπυ Ρίτσαρντς, ο Κουρτ Στέτλιν, ο Γιούνες Μαχμούς κι ο Ναμπουλιόν δεν είναι οι μόνοι πρωταγωνιστές στο δεύτερο βιβλίο της Τριλογίας. Το Κάιρο, οι κάτοικοί του και η παλιά του γειτονιά, πραγματικός λαβύρινθος, τους συμπληρώνουν ισάξια. Έχεις την αίσθηση ότι κάθε τόσο χάνεσαι στα σοκάκια του, μυρίζεις τις βαριές του μυρωδιές, ακούς τους ακαθόριστους ήχους του, κοιτάζεις τους ψηλούς του μιναρέδες...
"Αμέσως βρέθηκα σ' ένα μακρύ δρομάκο, σκοτεινό και ήσυχο. Όλα ήτανε υγρά, μολυβιά ή σκούρα καστανά και μαύρα: η πατημένη γη, τ' ασουβάντιστα παλιόσπιτα, χαμηλά και σαραβαλιασμένα, οι κλειστές πόρτες, μαύρες από την πολυκαιρία και τη λίγδα, οι σακατεμένες μουσαραμπίες, τα ξεχαρβαλωμένα παραθυράκια. Κάπου ένα υπόγειο μ' ανοιχτή πόρτα: Μέσα στο σκοτάδι έβλεπα σκιές να σαλεύουνε κι άκουα γυναίκες να κουβεντιάζουν και μωρά να τσιρίζουνε. Λίγο ν' άνοιγα τα χέρια, θ' άγγιζα και τις δυο πλευρές του δρομάκου. Πήγαινα γρήγορα κοιτάζοντας χάμου, για να πηδάω τις γούβες με τ' αποπλύματα. Ήτανε λάκκοι με νερό λουλακί, άλλοι με γαλατερό κι άλλοι με πράσινο, άρρωστο... Τα σπίτια γύρω στριμώχνονταν κολλητά το 'να στ' άλλο, δίχως ν' αφήνουνε πέρασμα... Προχωρούσα τώρα στα τυφλά".
Στην "Αριάγνη", το παρελθόν έχει ήδη αρχίσει να λειτουργεί αντιστικτικά προς το παρόν. Από τη μία οι απόηχοι της εθνικοαπελευθερωτικής εξέγερσης των Αιγυπτίων ενάντια στην βρετανική κυριαρχία και την αιματηρή καταστολή της το 1919 και από την άλλη οι προσπάθειες των Ελλήνων να απαγκιστρωθούν από την αγγλική κηδεμονία και να καθορίσουν μόνοι τους το μέλλον τους. Και στη μέση, η Αριάγνη να προσφέρει το μίτο...
"(Αριάγνη)__Τα πράγματά σας τα φύλαξε ο Γιούνες. Μην κάνεις έτσι. Είναι άνθρωπος εμπιστοσύνης.
(Μάνος)__ Πάντως μόνος μου δε θα τον εμπιστευόμουν. Αν χαθούν τα πράματα, θα 'ναι σα να παραδίνουμε ένα φρούριο ή ένα θωρηχτό. Θα τρελαθώ να ξέρω πως μου τα φυλάει ένας Αράπης, που δέχεται να τον ταΐζουν δυο γυναίκες, που αφήνει το παιδί του γυμνό, που τον είδα να στριφογυρίζει και να γαβγίζει...
(Αριάγνη)__ Κακομοίρη, πάλι δεν κατάλαβες. Με ποιους θέτε να την κάνετε; Μόνοι σας; Κι αυτοί; Δε θένε να τον αλλάξουνε τον κόσμο;... Ρωτάτε πώς κατάντησαν εκεί που τους βλέπετε; Ίσως αυτοί να τη θένε πιο πολύ από σας. Γιατί; Μα για να ξαναγίνουν άνθρωποι. Εσείς έχετε την περηφάνια σας, είσαστε άνθρωποι".
Στην "Αριάγνη" ο Τσίρκας παρουσιάζεται πολύ πιο ώριμος σα μυθιστοριογράφος. Τα πάντα κυλούν αβίαστα. Θα έλεγε κανείς ότι στο Κάιρο βρίσκεται στα νερά του. Εκεί μεγάλωσε, άλλωστε. Και το πιο πρωτοφανές: το θέατρο σκιών που είχε στήσει στη "Λέσχη" ζωντανεύει κι αποκτά υπόσταση. Οι εξαιρετικά ενσωματωμένες αναδρομές στο παρελθόν, η πολυπρόσωπη αφήγησή του, οι πολυδιάστατοι χαρακτήρες του, που παρουσιάζονται με όλες τους τις αντιφάσεις και οι ζωντανές περιγραφές των τόπων, κάνουν το δεύτερο μέρος της Τριλογίας ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα.
Να μιλήσω για ήρωες να μιλήσω για ήρωες: ο Μιχάλης
που έφυγε μ' ανοιχτές πληγές απ' το νοσοκομείο
ίσως μιλούσε για ήρωες όταν, τη νύχτα εκείνη
που έσερνε το ποδάρι του μες στη συσκοτισμένη πολιτεία,
ούρλιαζε ψηλαφώντας τον πόνο μας. "Στα σκοτεινά
πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε..."
Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.Γιώργος Σεφέρης
Σημειώσεις: Οι δύο πρώτες φωτογραφίες είναι από την παλιά πόλη του Καΐρου ενώ η τελευταία είναι από την ελληνική ταξιαρχία που έλαβε μέρος στη μάχη του Ελ Αλαμέιν, για να διαλυθεί στη συνέχεια, τον Ιούλη του '43, από τους Άγγλους. Το ποίημα του Σεφέρη είναι απόσπασμα από τον "Τελευταίο σταθμό" (1944). Σημειωτέον, ότι ο Σεφέρης είχε ακολουθήσει την ίδια πορεία προς Ιεροσόλυμα και στη συνέχεια στο Κάιρο. Άλλωστε οι αναφορές που κάνει ο Τσίρκας στα ποιήματά του Σεφέρη, εκείνης της περιόδου, είναι πάμπολλες. Τους δυο τελευταίους στίχους τους χρησιμοποίησε, ως μότο, στη "Νυχτερίδα".(17/20)
5 σχόλια:
Ίσως για αυτό είναι από τις τριλογίες που πρέπει να διαβάζονται σαν τέτοιες. Αυτό είναι το μαγικό στις "Ακυβέρνητες Πολιτείες", η "διαπλοκή" τους
Πράγματι Κατερίνα, παρόλο που λένε ότι κάθε βιβλίο διαβάζεται αυτόνομα, τελικά πιστεύω ότι πρέπει να διαβάζονται μαζί. Εξάλλου αρκετά από τα πρόσωπα είναι κοινά και στα τρία. Βέβαια ο Τσίρκας που γράφει τη Λέσχη είναι διαφορετικός απ' αυτόν που γράφει την Αριάγνη και ο δεύτερος πάλι διαφορετικός απ' αυτόν που γράφει τη Νυχτερίδα. Θάλεγε κανείς ότι είναι ένα Bildungsroman όχι μόνο για τον ήρωά του τον Σιμωνίδη αλλά και για τον μυθιστοριογράφο Τσίρκα!
Πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση ενός σημαντικού έργου.
Καλησπέρα
Σε αυτό νομίζω πως έχεις δίκιο. Τελείως διαφορετικός ο συγγραφέας του κάθε βιβλίου, σα να περνάει από την εφηβεία, στην νιότη κι έπειτα στην ωριμότητα μέσα σε τρία βιβλία.
Προς Γρηγόρη Αντωνόπουλο... χαίρομαι που την βρήκες τόσο ενδιαφέρουσα.
Δημοσίευση σχολίου