Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Το παιχνίδι του Ρίπλεϋ

Πατρίτσια Χάισμιθ, εκδ. Άγρα, μτφ. Ανδρέας Αποστολίδης.



"Η υποταγή στην ηθική... αυτή καθαυτή δεν είναι κάτι ηθικό".

Νίτσε









Στον "Μπάρμπα-Γκοριό" (1834), ο Μπαλζάκ θέτει το εξής ερώτημα: Τι θα κάναμε αν είχαμε τη δυνατότητα να πλουτίσουμε σκοτώνοντας μόνο με τη θέλησή μας και χωρίς να κουνηθούμε από τη θέση μας, ένα γέρο μανδαρίνο στη Κίνα;
Στην "Παγίδα" (Klopka-2007), μια συγκλονιστική ταινία του Σέρβου Σέρνταν Γκολούμποβιτς, ένας απελπισμένος πατέρας πρέπει να βρει το συντομότερο, ένα μεγάλο ποσό για να σώσει τη ζωή του άρρωστου γιου του. Τα χρήματα θα του τα δώσει ένας άγνωστος, μόνον αν δολοφονήσει έναν γκάγκστερ...
Στο "Παιχνίδι του Ρίπλεϋ" (1974) τα πράγματα δεν είναι ούτε τόσο αόριστα όσο στην πρώτη περίπτωση ούτε τόσο πιεστικά όσο στη δεύτερη. Ο Τζόναθαν ένας φτωχός αλλά έντιμος οικογενειάρχης, που πάσχει από λευχαιμία και γνωρίζει ότι δεν του μένουν πολλά χρόνια ζωής γίνεται αποδέκτης μιας πρωτοφανούς πρότασης: Να σκοτώσει έναν ή και δύο μαφιόζους και να εισπράξει ένα διόλου ευκαταφρόνητο χρηματικό ποσό που θα εξασφάλιζε οικονομικά τη γυναίκα του και το μικρό του γιο μετά τον επικείμενο θάνατό του. Πίσω απ' όλα αυτά, βέβαια, κρύβεται ένας σατανικός Ρίπλεϋ, που παίζει μαζί του σαν τη γάτα με το ποντίκι.




Πόσο ελαστική μπορεί να είναι η συνείδηση ενός ανθρώπου; Πόσο σταθεροί παραμένουμε στις ηθικές μας αρχές; Εάν εξασφαλίζαμε την ατιμωρησία και το όφελος ήταν σημαντικό έως και σωτήριο για μας, θα εξακολουθούσαμε να τις υποστηρίζουμε;

Ο Τομ Ρίπλεϋ αργά και μεθοδικά διαφθείρει ένα συνηθισμένο και "ηθικό" άτομο. Σαν μαριονετίστας κινεί τα νήματα και "ξεγυμνώνει" όχι μόνο τον Τζόναθαν αλλά σιγά σιγά και τη γυναίκα του, πρότυπο ηθικής. Παίζει σα μικρός Θεός ή μάλλον σαν ένας σαγηνευτικός Εωσφόρος δείχνοντας ότι όλοι είμαστε δυνάμει εγκληματίες.

"Ο Τομ σταμάτησε... και προχώρησε προς τον Τζόναθαν, κουνώντας του χαρούμενα το χέρι. Εκείνη τη στιγμή και ο Τζόναθαν έσβηνε τη μηχανή και τα φώτα του. Η εικόνα του Τομ με το φαρδύ παντελόνι και το πράσινο σουέντ σακάκι έμεινε για λίγο στα μάτια του Τζόναθαν, λες και ο Τομ ήταν φτιαγμένος από φως".


Εξάλλου, πίσω απ' το "παιχνίδι" του Ρίπλεϋ υπάρχει το "παιχνίδι" της Χάισμιθ με τους αναγνώστες. Η Αμερικανίδα δημιουργός αφήνει να εννοηθεί ότι όσο ηθικοί και συγκροτημένοι κι αν πιστεύουμε πως είμαστε, υπό κατάλληλες συνθήκες, μπορούμε θαυμάσια να μετατραπούμε σε κάτι, που ούτε εμείς οι ίδιοι δε θα φανταζόμασταν. Στο τρίτο βιβλίο της Ριπλειάδας της, έχοντας πια καθιερώσει τον ήρωά της, μας παρασύρει να ταυτιστούμε μαζί του και μας κάνει να αγωνιούμε για την αίσια κατάληξη των περιπετειών του. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ταύτιση με ένα πρόσωπο που δεν έχει πρόβλημα να σκοτώνει προκειμένου να εξασφαλίζει την ευημερία του. Θα μπορούσαμε συνεπώς να πούμε, ότι ο Ρίπλεϋ είναι "ένας δυνητικός εαυτός μας"!







Σημειώσεις: Το μότο είναι απόσπασμα ενός αφορισμού του Νίτσε από την "Χαραυγή". H πρώτη φωτογραφία είναι από την ενδιαφέρουσα ταινία της Λιλιάνα Καβάνι (2002) με τον Τζον Μάλκοβιτς (η απόλυτη ενσάρκωση του Ρίπλεϋ) και η δεύτερη από την εξαιρετική ταινία του Βιμ Βέντερς με τίτλο "Ένας Αμερικανός φίλος" (1977) με τον Ντένις Χόπερ και τον Μπρούνο Γκανζ. Την ίδια χρονιά με την "Παγίδα" βγήκε στους κινηματογράφους και μια ταινία του Γούντυ Άλλεν "Το όνειρο της Κασσάνδρας" με παρόμοιο θέμα. Το ερώτημα του Μπαλζάκ στον "Μπάρμπα-Γκοριό" είχε επηρεάσει ιδιαίτερα τον Ντοστογιέφσκι, που το μνημόνευε συχνά. Με λίγο διαφορετική μορφή πρωτοσυναντάται σε ένα κείμενο του Σατωμπριάν (Genie du Christianisme-1802), παρόλο που ο Μπαλζάκ αναφέρει ως πηγή του τον Ρουσσώ. Η φράση "ένας δυνητικός εαυτός μας" είναι τίτλος ενός εξαιρετικού άρθρου για τον Ρίπλεϋ, του Σπύρου Γιανναρά, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην "Κυριακάτικη Καθημερινή" και έχει αναρτηθεί στο ιστολόγιό του (βλ. "λοξή αράδα" στα links). Εκεί, μεταξύ άλλων γράφει: "Ο Ρίπλεϋ είναι το ακραίο παράδειγμα του καταναλωτικού, υλιστικού, κυνικού, μηδενιστικού εαυτού μας. Το μεγάλο εύρημα της Χάισμιθ, το οποίο καθιστά τόσο συμπαθητικά ελκυστικό τον Ρίπλεϋ είναι ότι αναγνωρίζουμε στο πρόσωπό του τις δικές μας κρυφές επιθυμίες για την κατάκτηση του μέγιστου δυνατού επιπέδου καταναλωτικής ευχέρειας". (16/20)

Δεν υπάρχουν σχόλια: