Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

Δόκτωρ Ζιβάγκο - 1

Μπόρις Πάστερνακ, εκδ. Ποταμός, μτφ. Μαρία Τσαντσάνογλου






Μεταφράζεται η ποίηση; Ή για να το θέσω διαφορετικά: Είναι δυνατό να διασωθεί η ποιητικότητα ενός εξαίσιου ποιήματος χωρίς να αλλοιωθεί το περιεχόμενo κατά την απόδοσή του σε άλλη γλώσσα; Προσωπικά υποστηρίζω εδώ και πολλά χρόνια τη ρήση του ποιητή Ρόμπερτ Φροστ: "Ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση". Για να καταλάβει κανείς τι εννοούσε, δεν έχει παρά να διαβάσει, σε γλώσσα που κατέχει στην εντέλεια, μεταφρασμένα δημιουργήματα ποιητών μας. Ας ξεκινήσει με τον Καρυωτάκη κι ας συνεχίσει με τον Σικελιανό ή ακόμη και με τον Ελύτη... Αυτός είναι και ο λόγος που αποφεύγω να διαβάζω μεταφρασμένη ποίηση. Όταν όμως μπαίνω στον πειρασμό να το κάνω, φροντίζω να έχω πλάι μου και το πρωτότυπο. Βέβαια, ο ίδιος ο Πάστερνακ, ποιητής αλλά και μεταφραστής του Σαίξπηρ, του Γκαίτε και του Ρίλκε, σημείωνε το 1944:

"Η μετάφραση είναι αδιανόητη γιατί το θεμελιώδες θέλγητρο ενός έργου τέχνης έγκειται στο ότι το έργο τέχνης είναι ανεπανάληπτο. Πώς μπορεί να το επαναλάβει μια μετάφραση; Κι όμως η μετάφραση είναι εφικτή, γιατί ιδεωδώς θα είναι κι αυτή έργο τέχνης. Θα στέκεται πλάι στο πρωτότυπο, αυτοδικαίως ανεπανάληπτη κι αυτή. Η μετάφραση δεν είναι μέθοδος γνωριμίας με μεμονωμένα έργα, είναι δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ πολιτισμών κι ανθρώπων..."






Ο Μπόρις Πάστερνακ (1890-1960) γεννήθηκε στη Μόσχα. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε σε ένα αστικό και καλλιτεχνικό περιβάλλον. Ο πατέρας, ο Λεονίντ Πάστερνακ, ήταν γνωστός ζωγράφος και η μητέρα του πιανίστρια. Στο σπίτι τους σύχναζαν ο Τολστόι, ο Ραχμάνινοφ και ο Σκριάμπιν. Δίπλα στον τελευταίο ξεκίνησε να μελετάει μουσική, πιάνο και σύνθεση ενώ στα 1909 τα παρατάει για να στραφεί στη φιλοσοφία. Άρχισε τις σπουδές του στη Μόσχα και τις συνέχισε στη Γερμανία, στο πανεπιστήμιο του Μάρπουργκ το 1912. Την επόμενη χρονιά συνειδητοποιεί ότι η ποίηση είναι αυτό που τον ενδιαφέρει και αφοσιώνεται ολοκληρωτικά σ' αυτήν. Ζει έντονα τις επαναστατικές ζυμώσεις και γίνεται ένθερμος υποστηρικτής της επανάστασης, για να απογοητευθεί στη συνέχεια από την πορεία που αυτή πήρε, ιδιαίτερα στα χρόνια του Στάλιν. Στα 1922 εκδίδεται η πιο φημισμένη ποιητική του συλλογή: "Η αδελφή μου η ζωή".

"Όσοι διαβάζουν ρωσικά και δεν τους είναι η ποίηση ξένη λένε πως όταν διαβάζεις Πάστερνακ και γράφει για το χειμώνα, αγγίζεις το χιόνι και κρυώνεις. Ο ίδιος ο Πάστερνακ έλεγε πως όταν γράφεις για την άνοιξη, το ποίημά σου πρέπει να είναι σαν ανοιξιάτικο πρωινό..."*

"Η αδελφή μου η ζωή, με μια πλημμύρα
σ' ανοιξιάτικη βροχή πάνω σ' όλους θρυμματίστηκε"





Τη δεκαετία του '30, στα χρόνια της σταλινικής τρομοκρατίας, γράφει ελάχιστα και ασχολείται κυρίως με μεταφράσεις. Αν και έχει πέσει σε δυσμένεια, επιβιώνει καθώς η ποίησή του αλλά και κάποιες μεταφράσεις γεωργιανών ποιημάτων χαίρουν της εκτίμησης του (Γεωργιανού) Στάλιν. Ο ένας μετά τον άλλον, φίλοι του και συνάδελφοι αυτοκτονούν ή συλλαμβάνονται. Στα 1945 επανεμφανίζεται με τη συλλογή: "Στα πρωινά τρένα" ενώ αρχίζει να γράφει το μεγάλο του μυθιστόρημα: "Δόκτωρ Ζιβάγκο".

"Το κατόρθωμα του Πάστερνακ είναι που σε περιορισμένο, σε ελάχιστο λεκτικό χώρο, μπορεί να δώσει ένα σωρό λεπτομέρειες από εικόνες κι αντικείμενα. Από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ποίησής του είναι οι περιγραφές της βροχής..."***

"Τα περιβόλια βαριούνται την ατέρμονη γαλήνη.
Οι οργισμένες ρεματιές που δέρνονται,
πιο φοβερά απ' τις καταιγίδες, πιότερο
από τις μπόρες μπορούν ν' αναστατώνουν.

Η θύελλα ζυγώνει: με κατάξερο στόμα
το περβόλι αναδίνει μυρουδιά
από τσουκνίδα, από στέγη, από σαπίλα, και δέος.
Σε κολώνες ανεβαίνει το μουγκανητό απ' τα ζωντανά."







Στα τέλη του 1955 ολοκληρώνει το μυθιστόρημά του και τον επόμενο χρόνο, με την έναρξη της αποσταλινοποίησης επιχειρεί να το εκδώσει. Παρά τις συνεχείς και επίμονες προσπάθειές του δεν τα καταφέρνει καθώς του καταλογίζουν ότι το έργο "είναι πολιτικό, χωρίς τη σαφή ιδεολογική θέση και τον διδακτικό τόνο που απαιτεί η επίσημη γραμμή για τη λογοτεχνία". Το χειρόγραφο θα φτάσει στα χέρια του Ιταλού εκδότη Φελτρινέλι για να μεταφραστεί και να εκδοθεί στα 1957. Το 1958 κυκλοφορεί μια "πειρατική" έκδοση στα ρώσικα στην Ολλανδία ενώ δύο μήνες αργότερα του απονέμεται το βραβείο Νόμπελ. Μετά από πολιτικές πιέσεις και απειλές ο Πάστερνακ αρνείται να το δεχτεί δηλώνοντας διπλωματικά: "Το νόημα το οποίο έδωσε η κοινωνία, όπου ανήκω, στο βραβείο που μου απονεμήθηκε, με αναγκάζει να μην το δεχτώ. Μην θεωρήσετε προσβολή την εθελοντική μου άρνηση". Παρόλα αυτά δέχεται στη συνέχεια υβριστικές επιθέσεις από όλα τα επίσημα έντυπα, τα οποία βέβαια παύουν να δημοσιεύουν ο,τιδήποτε δικό του ενώ παράλληλα τον διαγράφουν από την Ένωση Συγγραφέων. Ο Πάστερνακ δεν αποκηρύσσει το έργο του και αρνείται να εγκαταλείψει τη χώρα του όταν σχεδόν τον πιέζουν να το κάνει. Το 1960 πεθαίνει. Η έκδοση του μυθιστορήματός του θα γίνει για πρώτη φορά στη Σοβιετική Ένωση το 1988.


"Άλλοι πράξεις και πλοκή χαράξαν
κι αναπόφευκτα στο τέρμα θα βρεθείς.
Είμαι μόνος. Όλα στην ψευτιά βουλιάξαν.
Άλλος βίος κι άλλο κάμπο να διαβείς."





"Το μυστικό της ποίησης του Πάστερνακ, πιο πολύ ίσως κι από τη μουσική κατάχτηση της γλώσσας, είναι η δύναμη που έχει η ζωή καθώς περνάει μέσα στα ποιήματά του. Δεν υπάρχει μήτε μια στιγμή ακινησίας στην ποίηση αυτή -γιατί η ίδια η ζωή είνα σε αέναη κίνηση, ένας αδιάκοπος ανασχηματισμός... Τη νεροποντή, τη βροχή, τους πάγους, το χιόνι, τα ποτάμια, τη θάλασσα, το υγρό στοιχείο με μια λέξη, κανένας ίσως δεν έχει τραγουδήσει σαν τον Πάστερνακ."***
Το παρακάτω απόσπασμα είναι από το ποίημα: "Λιώνει του ποταμού ο πάγος".

"Ελιγμοί της αρπαχτικής σιωπής,
παραπατήματα του σούρουπου του μεθυσμένου,
όμως τα λεπίδια των πάγων γυμνώθηκαν,
οι πράσινες λάμες χτυπιούνται."

"Η συντακτική και ρυθμική δομή των στίχων του Πάστερνακ υπηρετεί τη δημιουργία ενός ποιητικού συστήματος τόσο εύπλαστου ώστε η τονικότητά του να υποβάλλει την αίσθηση μιας καθημερινής συνομιλίας και να καθιστά δυνατό έναν ποιητικό λόγο τόσο ανεπιτήδευτο όσο η ομιλία την καθημερινή ζωή."**

"Κρυφή θα 'θελα νά 'βρω σημασία
στο καθετί, στα πάντα να εισχωρώ:
στο έργο, στην ατέλειωτην ευθεία
εμπρός, στον βίαιο της καρδιάς παλμό.

Στων ημερών που φύγαν την ουσία
να φτάσω, στ' άγνωστό τους παρελθόν,
τις ρίζες, τα θεμέλια, την αιτία
ν' αγγίξω -το μεδούλι των οστών."




Δε συνηθίζω να κάνω εκτενείς αναρτήσεις για ποίηση και μάλιστα για ξένη ποίηση. Ωστόσο, μετά την ανάγνωση του "μεγάλου" μυθιστορήματος του Πάστερνακ, διαπίστωσα ότι είχα να κάνω περισσότερο με έναν ποιητή και με έναν φιλόσοφο και λιγότερο με έναν μυθιστοριογράφο. Ας θεωρηθεί λοιπόν αυτή η ανάρτηση ως μια απόπειρα προσέγγισης του Πάστερνακ και της τέχνης του.






Σημειώσεις: Τα έργα που κοσμούν την ανάρτηση είναι του Λεονίντ Πάστερνακ (1862-1945), πατέρα του ποιητή. Στο πρώτο απεικονίζεται ο Πούσκιν μπρος στη θάλασσα, στο δεύτερο ο Μπόρις με τον αδελφό του, στο τρίτο ο εντεκάχρονος Μπόρις, στο επόμενο είναι o εικοσάχρονος ποιητής στη Βαλτική. Η τελευταία συνάντηση του Μπόρις με τον πατέρα του έγινε στη Γερμανία το 1923. Ο Λεονίντ είχε πάει με τη γυναίκα του στο Βερολίνο το 1921 για μια εγχείρηση και δεν ξαναγύρισε στη χώρα του. Το 1938 επί ναζισμού κατέφυγε στην Αγγλία. Τα αποσπάσματα σε εισαγωγικά είναι: * του Γιώργου Κοροπούλη: "Μάρμπουργκ και άλλα ποιήματα", εκδ. Παρουσία (με εξαιρετική εισαγωγή 100 σελίδων για τη μεταφραστική του περιπέτεια). ** του Αντρέι Σινιάβσκι (εμπεριέχεται στο προηγούμενο βιβλίο). *** της τσεμπαλίστριας, δασκάλας μουσικής και ποιήτριας Μαργαρίτας Δαλμάτη (1921-2009): "Έξι ποιήματα του Πάστερνακ- μελέτη, ρώσικο κείμενο και απόδοση", 1964 ιδιωτική έκδ. εκτός εμπορίου, που περιέχεται στο τεύχος 71 του περιοδικού "Σημειώσεις". Η ποίηση του Πάστερνακ είναι έμμετρη με συχνή χρήση ομοιοκαταληξίας. Ο Κοροπούλης διατηρεί τη μορφή αυτή στις μεταφράσεις του από τα αγγλικά (τελευταίο ποιητικό απόσπασμα της ανάρτησης). Το ίδιο και ο Άρης Αλεξάνδρου στο απόσπασμα από το ποίημα "Άμλετ", από το βιβλίο του με μεταφράσεις: "Διάλεξα", εκδ. Κείμενα, 1984 (τρίτο στη σειρά). Η Δαλμάτη, που μεταφράζει όπως κι ο Αλεξάνδρου από τα ρωσικά, χρησιμοποιεί ελεύθερο στίχο (τα υπόλοιπα ποιητικά αποσπάσματα).

3 σχόλια:

δύτης των νιπτήρων είπε...

Ξέρεις, αυτήν ακριβώς την εντύπωση είχα διαβάζοντας τον Ζιβάγκο: ότι έλειπε εντελώς το χιούμορ (του Μπουλγκάκοφ π.χ.), και αυτό επειδή ο Παστερνάκ ήταν πρωτίστως ποιητής. Η ποίηση σπάνια έχει χιούμορ, καλώς ή κακώς.

ναυτίλος είπε...

Πράγματι, το χιούμορ απουσιάζει από τον Ζιβάγκο. Απλά δεν είμαι βέβαιος αν αυτό οφείλεται στο ότι είναι πρώτιστα ποιητής.

dimitris είπε...

Εξαιρετική η ανάρτηση, η οργάνωση και παρουσίαση του υλικού. Τα βιογραφικά στοιχεία και τα ποιητικά αποσπάσματα που παραθέτεις μου δημιουργούν την επιθυμία να δώσω μια δεύτερη ευκαιρία στον Παστερνακ, μετά την πρώτη μου, βεβιασμένη απόπειρα ανάγνωσης.