"Η τέχνη του βιογράφου θα ήταν να δώσει τόση αξία στη ζωή ενός φτωχού ηθοποιού όσο και στη ζωή του Σαίξπηρ".
Μαρσέλ Σβόμπ
Οκτώ μικρές βιογραφίες απαρτίζουν το πρώτο έργο (1984) του Πιερ Μισόν. Οκτώ βιογραφίες απλών ανθρώπων. Με φόντο τη γαλλική επαρχία ο Μισόν ξεδιπλώνει αυτές τις μορφές που τον έχουν, θα έλεγε κανείς, στοιχειώσει. Συγγενείς κοντινοί ή πιο μακρινοί, άνθρωποι του οικογενειακού του περιβάλλοντος ή άλλοι για τους οποίους άκουσε να μιλούν όταν αυτός ήταν παιδί, συμμαθητές από το σχολείο ή άλλοι που γνώρισε σε κάποια πρώιμη φάση της ζωής του. Προσπαθεί ν' αφηγηθεί τις επιθυμίες τους, τα όνειρά τους, τους καημούς τους... Ωστόσο δεν ακολουθεί τα χνάρια άλλων δημιουργών, που στο παρελθόν έχουν επίσης αφηγηθεί "ελάσσονες" βίους, περιγράφοντάς μας, ως παντογνώστες αφηγητές, τις σκέψεις τους ή τα συναισθήματά τους αλλά τους αφήνει κλεισμένους στο κέλυφός τους, όπως ακριβώς υπήρξαν γι' αυτόν την εποχή εκείνη. Ο ίδιος βέβαια πασχίζει να τους γνωρίσει, έστω και αναδρομικά, σε βάθος, να φανταστεί τις σκέψεις τους ή διάφορες άγνωστες πτυχές του βίου τους αλλά ό,τι καταφέρνει να μας διηγηθεί δεν είναι, τελικά, παρά εικασίες. Άλλωστε φροντίζει, με τον υπαινικτικό του τρόπο, να μας υπενθυμίζει ότι για τον καθένα μας, ο Άλλος παραμένει ένα ερωτηματικό.
"Ας τον φανταστούμε ένα πρωινό με ομίχλη να ξεκινά από το Μουριού για τη ζωοπανήγυρη των χοίρων... Τίποτα δεν θα μας φανερώσει με ποιον τρόπο υπέφερε, κάτω από ποιες συνθήκες γελοιοποιήθηκε, το όνομα του καπηλειού όπου μέθυσε".
"Των φιλόδοξων προθέσεών μου την προέλευση ας αναζητήσουμε".
Η γραφή του είναι πλούσια και πυκνή. Κάθε του φράση υπαινίσσεται δεκάδες άλλες. Πολλές φορές είχα την αίσθηση ότι ακόμα και τα κενά ανάμεσα στις φράσεις του γέμιζαν... Η αφήγησή του, προσκολλημένη στο ρεαλισμό του Σταντάλ, του Μπαλζάκ και του Φλωμπέρ συχνά απογειώνεται ή μάλλον γλιστράει αφήνοντας να φανούν τα, βαθιά χαραγμένα, ίχνη της.
Με ύφος απαράμιλλο ο Πιερ Μισόν συνθέτει αυτή τη "νέκυια" αναζητώντας ανάμεσα στις σκιές των ηρώων του, το δικό του πεπρωμένο.
Διαβάζοντας προσεκτικά και τις οκτώ βιογραφίες διαπιστώνουμε ότι ο Γάλλος συγγραφέας, στην ουσία, γράφει την αυτοβιογραφία του! Και πιο συγκεκριμένα, ξεκινά από την νηπιακή του ηλικία, τη στιγμή που πρωταντικρίζει τον Αντρέα Ντυφουρνώ, ως τη στιγμή που γίνεται συγγραφέας αποφασίζοντας να γράψει τους "ελάσσονες" βίους, αυτών που ήταν οι γεννήτορες της δημιουργικής του φλέβας. Άλλωστε κάθε έγκυρη βιογραφία δεν ξεκινά με τις σύντομες βιογραφίες των προγόνων; Και ο Ανδρέας Ντυφουρνώ, ο Αντώνιος Πελυσέ, ο Ευγένιος κι η Κλάρα, οι αδελφοί Μπακρότ, ο γέροντας Φουκώ, ο Γεώργιος Μπαντύ, η Κλωντέτ και η μικρή νεκρή είναι, σε τελευταία ανάλυση, κλάδοι του γενεαλογικού του δέντρου. Ο Μισόν γνωρίζει καλά, πως η πορεία προς τον εαυτό μας περνάει αναγκαστικά μέσα από τους άλλους και γι' αυτό μιλώντας γι' αυτούς μας μιλά για τον εαυτό του.
"Μιλώντας όμως γι' αυτόν, μιλώ για τον εαυτό μου", λέει κάπου για τον Ντυφουρνώ.
Κι έτσι ο συγγραφέας καταφέρνει να μας πει για τον τόπο που μεγάλωσε, για την οικογένειά του, τις ιστορίες που του 'λεγε η γιαγιά του Ελίζα, τις σχολικές του αναμνήσεις, τους πρώτους έρωτες, τα όνειρά του, τις απογοητεύσεις του, τους αγαπημένους νεκρούς που επανέρχονται....
Κι έτσι ο συγγραφέας καταφέρνει να μας πει για τον τόπο που μεγάλωσε, για την οικογένειά του, τις ιστορίες που του 'λεγε η γιαγιά του Ελίζα, τις σχολικές του αναμνήσεις, τους πρώτους έρωτες, τα όνειρά του, τις απογοητεύσεις του, τους αγαπημένους νεκρούς που επανέρχονται....
Τι είναι τελικά ο εαυτός, αν όχι η επιτομή όλων αυτών;
"Ήταν εκεί, μπροστά μου. Στεκόταν τελείως φυσιολογικά, χαιρόταν τον ήλιο. Ήταν δέκα ετών σε ηλικία επίγεια, είχε μεγαλώσει πιο αργά από μένα, αλλά οι νεκροί μπορούν να καθυστερούν, καμμιά ξέφρενη επιθυμία θανάτου δεν τους τραβάει προς τα εμπρός..."
Ο Μισόν κατέχει το μυστικό της συνταγής να μετατρέπει το κοινότοπο σε μεγαλειώδες δημιουργώντας με τους "Ελάσσονες βίους" ένα μικρό αριστούργημα. Λίγες φορές η σύγχρονη γαλλική λογοτεχνία κατόρθωσε να φτάσει τόσο ψηλά.
Η γραφή του είναι πλούσια και πυκνή. Κάθε του φράση υπαινίσσεται δεκάδες άλλες. Πολλές φορές είχα την αίσθηση ότι ακόμα και τα κενά ανάμεσα στις φράσεις του γέμιζαν... Η αφήγησή του, προσκολλημένη στο ρεαλισμό του Σταντάλ, του Μπαλζάκ και του Φλωμπέρ συχνά απογειώνεται ή μάλλον γλιστράει αφήνοντας να φανούν τα, βαθιά χαραγμένα, ίχνη της.
Η διήγησή του είναι σαγηνευτική σα Σειρήνα. Σε ταξιδεύει στη γαλλική επαρχία στα μέσα του προηγούμενου αιώνα ή και παλαιότερα και σε γεμίζει επιθυμίες, όπως μπορεί, μόνον η "ωραία" γλώσσα της λογοτεχνίας να κάνει.
"Όμως η Ωραία γλώσσα δεν φέρνει μεγαλείο, αλλά τη νοσταλγία και τον πόθο του μεγαλείου"... Έτσι χάθηκε κι ο Ανδρέας Ντυφουρνώ, που η ανάγνωση των βιβλίων, του γέννησε τον πόθο να γνωρίσει τον κόσμο ενώ ο αγράμματος γέροντας Φουκώ "θα έμενε εδώ και θα πέθαινε"...
Με ύφος απαράμιλλο ο Πιερ Μισόν συνθέτει αυτή τη "νέκυια" αναζητώντας ανάμεσα στις σκιές των ηρώων του, το δικό του πεπρωμένο.
"Εάν το κατάλληλο ύφος επιβραδύνει την πτώση τους, τότε και η δική μου θα είναι ίσως πιο αργή. Εάν το χέρι μου τους επιτρέψει να κατοικήσουν μέσα στον αιθέρα μια φευγαλέα μορφή μόνο από τη δική μου ένταση πλασμένοι. Αυτοί που ελάχιστα έζησαν και τόσο λίγο ξαναζούν, εάν νικώντας με εξασφαλίσουν μια ζωή πιο ειλικρινή και εναργή από τη δική μας. Και ίσως επανεμφανιστούν, ως εκ θαύματος".
Σημειώσεις: Διαβάζοντας το βιβλίο μου ήρθαν στο νου κάποια διηγήματα του Παπαδιαμάντη, που μας χάρισε πολλούς "ελάσσονες βίους" και ιδιαίτερα "Ο ξεπεσμένος Δερβίσης" (κι εδώ ο αφηγητής δεν γνωρίζει πολλά για τον ήρωά του),και "Ο Κακόμης". Επίσης το μικρό αριστουργηματικό διήγημα "Ο βασιλές" του σχεδόν ξεχασμένου σήμερα Αθ. Γκράβαλη. Τους πίνακες που συνοδεύουν την ανάρτηση είτε τους αναφέρει ο συγγραφέας είτε τους σκέφτηκα καθώς διάβαζα το βιβλίο και πρόκειται για το "Νύχτα σε καφενείο στην Αρλ" του Βαν Γκογκ, "Κηδεία στην Ορνάν" του Κουρμπέ και ο "Ο Απόστολος Θωμάς" του Βελάσκεθ. Ο τελευταίος πίνακας είχε επιλεγεί από τον συγγραφέα για το εξώφυλλο των εκδόσεων Folio Gallimard λέγοντας χαρακτηριστικά ότι "αυτός ο Θωμάς του Βελάσκεθ είναι για μένα η ίδια η εικόνα της φωνής που μιλάει στους "ελάσσονες βίους".Το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης κοσμεί πολύ ταιριαστά ένας πίνακας του Μόραλη. Το μότο είναι από τον πρόλογο του Σβομπ στο βιβλίο του "Φανταστικοί βίοι", το οποίο πολλοί, εσφαλμένα, έσπευσαν να χαρακτηρίσουν ως πηγή έμπνευσής του.
Μερικές παρατηρήσεις, τέλος, για την εξαιρετική έκδοση της Ινδίκτου, στην οποία και οφείλουμε τη γνωριμία με αυτόν τον σημαντικό συγγραφέα: Διαβάζοντας λίγα αποσπάσματα παράλληλα με το γαλλικό κείμενο διαπίστωσα την υψηλή ποιότητα της μετάφρασης. Υπάρχουν βέβαια λίγα ορθογραφικά σφάλματα αλλά το πιο ενοχλητικό απ΄όλα ήταν η λέξη κοινότυπο (αντί κοινότοπο) που, δυστυχώς, συναντάται πολλές φορές στο κείμενο. Επίσης απουσιάζει η αφιέρωση του βιβλίου στην Andree Gayaudon, που όπως προκύπτει έμμεσα από το κείμενο (σελ. 40) δεν είναι άλλη από τη μητέρα του. Το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό καθώς ο Μισόν, σε μερικά σημεία του κειμένου δίνει την εντύπωση ότι όλα αυτά τα αφηγείται σε κάποιον δικό του άνθρωπο ("και μόνο εγώ γλίτωσα για να έρθω να σου το διηγηθώ"). Ο Μισόν πάντως χαρακτήρισε το έργο του ως "αφήγημα" (recit), τονίζοντας έτσι τον ενιαίο χαρακτήρα των ιστοριών και του ενός μόνο προσώπου που τις αφηγείται.(18/20)
16 σχόλια:
Καλή επάνοδο Ναυτίλοι και καλές αναρτήσεις.
Το να πλησιάζεις τον άλλο ξεκινώντας από τον εαυτό σου, να γνωρίζεις το ανοίκειο πατώντας στο οικείο ίσως και να είναι ένας περπατημένος δρόμος. Το ενδιαφέρον όμως με τις αφηγήσεις του Μισόν, όπως πολύ ωραία μας το παρουσιάζεις, είναι μετά από όλα αυτά, η αναδίπλωση και η γνωριμία με τον εαυτό του, εν κατακλείδι. Οι βιογραφίες δηλαδή φαίνεται να αποτελούν τους σταθμούς σε ένα μυητικό ταξίδι αυτογνωσίας.
Εξαίρετη ανάρτηση, σας ευχαριστώ για τη γνωριμία με τον Μισόν.
.. "Τί είναι, όμως, ο εαυτός; Είναι η επιτομή όλων όσα θυμόμαστε. Γι' αυτό και το τρομακτικό στον θάνατο δεν είναι η απώλεια του μέλλοντος, αλλά η απώλεια του παρελθόντος. Η λήθη είναι μια μορφή θανάτου, παρούσα στη ζωή ". Μίλαν Κούντερα
καλό χειμώνα!!
Προς Πόλυ... καλό φθινόπωρο!
Ο Μισόν είναι εξαιρετικός και αξίζει να τον διαβάσεις. Πάει ένα βήμα πιο πέρα από τη γαλλική πεζογραφία του 60 και 70 προσπαθώντας να επιστρέψει στους κλασικούς και να τους ανανεώσει.
Προς Σκόπελο... Ακριβώς αυτή ήταν η πηγή της έμπνευσης γι' αυτό που γράφω στην ανάρτηση (εαυτός-επιτομή).
Δεν θα ευχηθώ καλό χειμώνα γιατί απ' ό,τι ξέρω είσαι ακόμη στο νησί!
Καλημέρα και καλώς ήρθατε πίσω! Είμαι σίγουρη πως έχετε πολλά να μας αφηγηθείτε από τις καλοκαιρινές αναγνώσεις σας.
Σύμφωνα με την εξαιρετική αυτή περιγραφή δεν υπάρχει τίποτα που να μην με κάνει να θέλω να διαβάσω αυτό το βιβλίο.
Βρίσκω εκπληκτικό το συνδυασμό βιογραφίας-αυτοβιογραφίας και επειδή αυτή η κατηγορία βιβλίων είναι από τις αγαπημένες μου το βιβλίο πρέπει να μπει στα ράφια της βιβλιοθήκης μου.
Από τα αποσπάσματα που παραθέτεις φαίνεται η δύναμη της γραφής του αλλά και την καλή δουλειά της μεταφράστριας.
Καλή συνέχεια.
Προς librarian... διάβασέ το! Είμαι βέβαιος πως θα σου αρέσει!
Πάρα πολύ ενδιαφέρον το βιβλίο και οι αναρτήσεις σου πάντα ξεδιπλώνονται σαν σε ομόκεντρους κύκλους... έτσι, το απόσπασμα που διάλεξες για αρχή είναι το κέντρο/επίκεντρο, το γενικό πνεύμα.
Καλή επάνοδο στα συνήθη...
γεια!
Πολύ ενδιαφέρον ακούγεται και θα έλεγα πως μοιάζει διδακτικό για μυθιστοριογράφους: η ματιά προς τους "αφανείς" ανθρώπους (είτε παντογνώστρια είτε όπως αυτή εδώ)είναι ματιά τριτοπροσωπου αφηγητή προς μυθιστορηματικούς ήρωες.
Προς χριστίνα... καλό φθινόπωρο και καλή επάνοδο και στα δικά σου...
Γεια σου pellegrina... βέβαια η αφήγησή του είναι πρωτοπρόσωπη.
Αυτό που θα μπορούσε να είναι διδακτικό όσον αφορά στον Μισόν είναι το πώς χρησιμοποιεί στην αφήγησή του όλη την γαλλική πεζογραφική παράδοση του 19ου αιώνα και την πάει ένα βήμα πιο πέρα. Αντίθετα με το nouveau roman που είχε δείξει τις πλάτες του σ' αυτήν την παράδοση.
Καλώς μας ήρθες,Ναυτίλε! Άλλη μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάρτηση!
"Nouveau roman"; Ο Χριστός κι η Παναγία! Και μόνο που το αναφέρεις,μου έρχεται μια ξινίλα..!
Αγαπητέ Ναυτίλε,
Εύγε για την εξαιρετική παρουσίαση του Μισόν! Πρόκειται αναφισβήτητα για σπουδαίο λογοτέχνη!
Ας μου επιτραπεί να παραθέσω εδώ ένα απόσπασμα άρθρου μου που δημοσιεύτηκε στη "Νέα Εστία" τον Απρίλιο του 2002 (έκτοτε, έχουν βέβαια μεταφραστεί και άλλα).
"Δύσκολο να προσεγγίσεις το έργο του Πιερ Μισόν, δύσκολο και επίφοβο σαν να εισχωρείς σε μέρος άγνωστο, πλημμυρισμένο εκτυφλωτικούς θορύβους, εκκωφαντικό φως. Γιατί τούτος ο βάρδος των μικροσκοπικών βίων ανθρώπων άσημων, τούτος ο επίμονος χρονικογράφος άσημων στιγμών ανθρώπων διάσημων –στιγμών που η ιστορία και η μνήμη απαξιούν να συγκρατήσουν, αλλά που θα μπορούσαν να φωτίσουν ή να συσκοτίσουν μια πορεία, μια κλίση, μια θανατηφόρα επιλογή– τούτος λοιπόν ο Μισόν είναι πολύ μεγάλος λογοτέχνης.[...]
Ο Μισόν κάνει έργο του το αδιάφορο, το παραγκωνισμένο, το ξεχασμένο. Όταν δεν μνημονεύει, τότε επινοεί με πείσμα αυτό που θα μπορούσε να έχει υπάρξει, αλλά που θα είχε σίγουρα ξεχαστεί. Είτε πρόκειται για ήρωες της συλλογικής μνήμης –δοξασμένους ζωγράφους και συγγραφείς– είτε για αφανείς ήρωες οικογενειακών διηγήσεων ή αγνοημένων χρονικών, οι αφηγητές του Μισόν, αφανείς και αυτοί [...]στέκονται στην αθέατη λεπτομέρεια, στην αμνημόνευτη σκέψη, στην αγνοημένη στιγμή. Αυτές τις μικρές, αχαρτογράφητες περιοχές εξερευνά ο συγγραφέας σε αναζήτηση νοήματος• σ’ αυτές αναζητά το κλειδί της ύπαρξης, του άγονου αγώνα της ύπαρξης να διαρκέσει στο χρόνο• όχι μόνο να διαρκέσει αλλά να εγχαράξει για πάντα τη διαδρομή της, με άλλα λόγια να μετατρέψει, όπως λέει ο Ζαν-Πιερ Ρισάρ, τη ζωή σε «βίο»!
Στο "Βίοι ελάσσονες", ο Μισόν ξεχώρισε μόνο ιστορίες «μικροσκοπικών» ανθρώπων, συγκράτησε ή φαντάστηκε μόνο επίπεδα, μουντά, άχαρα πεπρωμένα• σ’ αυτούς τους ανθρώπους και σ’ αυτά τα πεπρωμένα η γραφίδα του πρόσθεσε όγκο, χρώμα, ρυθμό. Ανάμεσα στον στείρο συγγραφέα –επί χρόνια ο Μισόν έπινε ασταμάτητα και δεν έγραφε καθόλου– και στις φαινομενικά ανούσιες ζωές, αληθινές είτε υποθετικές, έγινε κάποτε μια μυστική και ανέλπιστη ανταλλαγή δώρων, ένα είδος θαυματουργού potlatch: το χώμα τους για το χρώμα του, ο ιδρώτας τους για το μελάνι του, το αλέτρι τους για την πένα του. Οι ανήμερες σκιές τους ήπιαν άκρατο το «κελαινεφές αίμα» της λογοτεχνικής ταυτότητας και με τη σειρά τους προσέφεραν στον Οδυσσέα τούτης της νεκυίας τη συγγραφική οντότητα: μια δίκαιη συναλλαγή.
Βέβαια, τα ελάσσονα θέματα και οι ελάσσονες ήρωες ήταν ανέκαθεν υλικό της λογοτεχνίας: από τον Ησίοδο μέχρι τον Τζιονό, από τον Λόγγο μέχρι τον Μπέκετ, οι συγγραφείς σμιλεύουν το καθημερινό και το οικείο, μας τείνουν τον καθρέφτη του ελάχιστου εαυτού μας και της πεζής μας μοίρας• οι απόγονοι του Πέρση και του Θερσίτη, λεγεών! Όμως, οι άνθρωποι που ενοικούν στο έργο του Μισόν [...], μοναχικοί και βασανισμένοι, ανώφελα επαναστατημένοι είτε στο ριζικό τους ευπειθείς, είναι μικροσκοπικοί μάλλον παρά ελάσσονες και εδώ θα διαφωνήσω με την απόδοση του τίτλου τού "Vies Minuscules" σε "Βίοι ελάσσονες" από την Κατερίνα Κολλέτ: το «έλασσον» (mineur) και το «μικροσκοπικό» (minuscule) προϋποθέτουν βέβαια αμφότερα το μεγάλο. Το έλασσον όμως είναι σαφώς συγκριτικό, αναγνωρίζει μια οντολογική και αισθητική ιεραρχία, μια κλίμακα μεγεθών στην κορυφή της οποίας θρονιάζει αδιαφιλονίκητα το μείζον [...]. Δεν είναι βέβαιο ότι κάτι τέτοιο απαντά πραγματικά στον Μισόν.
Οι ήρωες του "Βίοι ελάσσονες" είναι μικροί αλλά δεν είναι λιγότεροι ή κατώτεροι ούτε καν μικρότεροι, είναι μικροσκοπικοί απολύτως, όπως το σαλιγκάρι και η μέλισσα. Αλλά επιπλέον, το minuscule δεν έχει ούτε τη ρητορική εμφατικότητα, ούτε τις υποτιμητικές συνδηλώσεις του mineur. Είναι τρυφερό –όπως είναι άλλωστε το «μικροσκοπικό» στα ελληνικά– και υποδηλώνει όχι καταδεκτικότητα, αλλά αποδεκτικότητα και μια συμμετοχική ισότητα των πλασμάτων. Τούτη είναι τουλάχιστον η φραγκισκανική πλευρά του Μισόν. [...]
Ευχαριστώ θερμά για τη φιλοξενία.
Φιλικά,
Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου
Καλώς σε βρήκα αγαπητέ ετερώνυμε!
Αγαπητή Σεσίλ... σ' ευχαριστώ για την επίσκεψη και τα διαφωτιστικά σου σχόλια.
Όσον αφορά στην απόδοση του τίτλου, η αλήθεια είναι ότι και μένα με προβλημάτισε η διαφορά ανάμεσα στο "ελάσσονες" και στο "μικροσκοπικοί" αλλά και στο "ελάχιστοι" (που προσωπικά το θεωρώ μια πιθανή απόδοση) χωρίς ωστόσο να εμβαθύνω στο θέμα τόσο όσο εσύ. Γι' αυτό και είχα δεχτεί την επιλογή της μεταφράστριας, ίσως και γιατί υπήρχε κάτι το ανοίκειο για μένα στη φράση "βίοι μικροσκοπικοί" ή "βίοι ελάχιστοι" και δεν ήμουν βέβαιος ότι απέδιδε την πρόθεση του συγγραφέα (άραγε και στα γαλλικά έτσι ακούγεται το vies miniscules;).
Ωστόσο την παρατήρησή σου περί μέλισσας και σαλιγκαριού και το ότι το "ελάσσονες" έχει και στα ελληνικά μια ρητορική εμφατικότητα, την οποία η απόδοση θα έπρεπε να αποφύγει, τη βρίσκω σωστή.
Θαυματοποιός ο Μισόν! Συγγραφέας που σου ξανασυστήνει τη Λογοτεχνία,χαμηλόφωνα κι αβίαστα.Ένα ύφος εξαιρετικά καλλιεργημένο,μια ύφανση περίτεχνη και λεπτή σαν πολύχρωμος ιστός και μια διαρκής,αδιαπραγμάτευτη αίσθηση κενού,σιωπής,απουσίας."Το λίγο του κόσμου",το λίγο των ανθρώπων,το λίγο της μνήμης.Ένα λίγο όμως που αρκεί για να καθρεφτίσει μέσα του ο Μισόν ολόκληρη την ανθρώπινη Ιστορία.
Ευχαριστώ εκ βαθέων για την πρόταση που μας έκανες.Χωρίς την ανάρτησή σου,ίσως και να μην ερχόμουν σε επαφή με το έργο του.Ένα βιβλίο που έκλεισα στην ψυχή μου,σ'ένα μικρό τσίγκινο κουτί...
Ετερώνυμε, χαίρομαι που έγινα η αφορμή για να τον ανακαλύψεις!
Δημοσίευση σχολίου