Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

Περί ορέξεως και άλλων δεινών

Ελένη Γιαννακάκη, εκδ. Εστία.


" Πες μου τι τρως,
να σου πω ποιος είσαι".

Μπριγιά-Σαβαρέν
















Το 1825 εκδόθηκε από τον Ζαν Αντέλμ Μπριγιά-Σαβαρέν (1755-1826) η "Φυσιολογία της Γεύσης ή Στοχασμοί πάνω στην Γαστρονομία", ανάγνωσμα απολαυστικό, δοκιμιακό, διανθισμένο με ιστορικά ανέκδοτα, γραμμένο με πολύ χιούμορ και αγάπη για τις χαρές της ζωής.

"Γιατί θα πρέπει να θεωρείται φυσιολογική η συγγραφή και η ανάγνωση εκατομμυρίων σελίδων για την προπαρασκευαστική τελετουργία και αυτή καθαυτήν τη διεξαγωγή της ερωτικής πράξης, για παράδειγμα, όταν ο μέσος Έλληνας κάνει έρωτα κατά μέσο όρο μόνο δύο με τρεις φορές την εβδομάδα, ή και για την προετοιμασία και την εκτέλεση ενός εγκλήματος, και όχι για την αντίστοιχη τελετουργία και κατανάλωση του φαγητού, με μια μέση συχνότητα αυτήν τη φορά δύο με τρεις φορές τη μέρα (τουλάχιστον στις χώρες του πρώτου και ίσως και του δεύτερου κόσμου)... Γιατί λοιπόν ερωτικά και αστυνομικά και όχι γευσιγνωστικά μυθιστορήματα;"

Αυτά αναρωτιέται ο πανεπιστημιακός στην Ανωτάτη Σχολή Τροφοδοσίας Λουκάς Κουλούρης, ο πρωταγωνιστής τού ιδιαίτερα ενδιαφέροντος μυθιστορήματος της Ελένης Γιαννακάκη. Άλλωστε και ο Σαβαρέν έγραφε στο βιβλίο του πριν από 200 περίπου χρόνια ότι "σε λίγα χρόνια, η γαστρονομία θα πρέπει να διαθέτει τους ακαδημαϊκούς της, τα τμήματα σπουδών της, τους καθηγητές και τα βραβεία της".





Το 1987 ο Δανός σκηνοθέτης Γκάμπριελ Άξελ γυρίζει μια εξαιρετική ταινία, "Το δείπνο της Μπαμπέτ". Μια Γαλλίδα μαγείρισσα, εξόριστη σε ένα χωριουδάκι της Γιουτλάνδης την εποχή της Κομμούνας, κατορθώνει με την τέχνη της, να ετοιμάσει για τους άχρωμους πουριτανούς χωρικούς ένα δείπνο μοναδικό, που θα ξυπνήσει τις ναρκωμένες αισθήσεις τους και θα τους οδηγήσει σε μια σωματική και ψυχική ευφορία...
Το 1998 ο Λουκάς Κουλούρης ετοιμάζει τρία διαφορετικά και περίτεχνα γεύματα για τις τρεις γυναίκες της ζωής του. Η καθεμία τους θα δοκιμάσει το ειδικά γι' αυτήν μαγειρεμένο μενού, μόνη της, κλεισμένη σε ένα δωμάτιο σαν πειραματόζωο. Το αποτέλεσμα εδώ είναι σχεδόν αντίθετο: Δυσφορία αντί για ευφορία, γιατί θα ξυπνήσουν μνήμες δυσάρεστες και θα ξετυλιχτούν ιστορίες διαπλεκόμενες, μες στις οποίες είναι και οι τρεις τους εγκλωβισμένες...

Η μυθιστορηματική ιδέα είναι εξαιρετική και πρωτότυπη. Οι τέσσερεις χαρακτήρες σκιαγραφούνται θαυμάσια μέσα από τις πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις τους, καθώς οι γεύσεις και τ' αρώματα των πιάτων γίνονται αφορμή για αναδρομές στο παρελθόν τους. Γιατί "ένα αυθεντικό άρωμα ή μια αγνή γεύση εξελίσσει την τέχνη της αναδρομής και βοηθά τη μνήμη να ακονίζεται σε μέρη γνώριμα, και ακαριαία να συνδυάζει πρόσωπα, στιγμές και τόπους".





Δυστυχώς, το μυθιστόρημα στο τελευταίο μέρος του με απογοήτευσε. Η Γιαννακάκη δεν άκουσε τη συμβουλή τού ήρωά της, Λουκά, και το "γευσιγνωστικό" της μυθιστόρημα έγινε όχι μόνο αστυνομικό αλλά και μυθιστόρημα φαντασίας. Ξέχασε, μάλιστα, έναν από τους σπουδαιότερους κανόνες της γαστρονομίας: ένα γεύμα που ξεκινάει τόσο καλά, οφείλει να τελειώσει ακόμη καλύτερα. Τα χάλασε λοιπόν, στο επιδόρπιο, "που λόγω της συγκεκριμένης θέσης του στο μενού, λέει την τελευταία λέξη, βάζει την τελευταία πινελιά στη γαστριμαργική τελετουργία".
Τέλος, πρέπει να ομολογήσω, πως χάρηκα ιδιαίτερα τις έξοχες, μακροσκελείς και δοκιμιακού χαρακτήρα αφηγήσεις του Λουκά κατά τη διάρκεια της παρασκευής των γευμάτων. Σε αυτές, η Ελένη Γιαννακάκη κατορθώνει πολύ επιδέξια να σατιρίσει μια καταναλωτική κοινωνία, που έχει ξεπεράσει το μέτρο αναδεικνύοντας το "ευ ζην" και την γαστρονομία σε υπέρτατο αγαθό. Ταυτόχρονα όμως, δεν μειώνει στο ελάχιστο την απόλαυση του αναγνώστη, ο οποίος παρακολουθεί με κάθε λεπτομέρεια την προετοιμασία των εκλεκτών εδεσμάτων. Συνεπώς, η συγγραφέας αποδεικνύεται σπουδαία γαστρονόμος αφού πληροί το κριτήριο του Απίκιου του νεότερου: "η γαστρονομία είναι λιγότερο η τέχνη του να τρως καλά και περισσότερο η τέχνη του να μιλάς καλά για ό,τι έφαγες"...








Σημειώσεις: Η πρώτη εικόνα είναι πίνακας του Ιταλού Arcimboldo από την ενότητα "Οι 4 εποχές" με τίτλο "Φθινόπωρο". Στη δεύτερη, η Στεφάν Ωντράν, ως Μπαμπέτ, επί το έργον..., από την ταινία "Το δείπνο της Μπαμπέτ", που βασίστηκε σε ένα διήγημα της Κάρεν Μπλίξεν. Το βιβλίο του Μπριγιά-Σαβαρέν κυκλοφορεί στα ελληνικά σε έναν καλαίσθητο τόμο από τις εκδ. "Στοχαστής", μτφ. Δάφνης Ανδρέου. Από κει τα αποσπάσματα με πράσινους χαρακτήρες. Ο Apicius Novus δεν είναι άλλος από τον Γιάννη Ευσταθιάδη, που ανάμεσα στα βιβλία του τής ποίησης, της πεζογραφίας και της μουσικής, το 2000, έγραψε και το ευρηματικότατο "Εγχειρίδιο γαστρονομίας", εκδ. Καστανιώτης. Από κει τα αποσπάσματα με μπλε χαρακτήρες. Αυτά με κόκκινους είναι βέβαια από το βιβλίο της Γιαννακάκη. (14/20)
ΥΓ1: Εντύπωση πάντως, μου προκάλεσε η απουσία του κρασιού από τα τόσο δελεαστικά και πλήρη, κατά τ' άλλα, γεύματα. Ίσως, γιατί "ο οίνος -αντίθετα με τα εξ εσπερίας ή ανατολής ελιξήρια- είναι ποτό της συντροφικότητας, συμπλήρωμα της κοινωνικότητας και της συναναστροφής".
ΥΓ2: Το βιβλίο το διάβασα με αφορμή τους επαίνους του Ετερώνυμου, τακτικού επισκέπτη του Ναυτίλου, για το δεύτερο βιβλίο της Γιαννακάκη, "Τα Χερουβείμ της μοκέτας". Θεώρησα όμως πιο φρόνιμο να ξεκινήσω με το πρώτο της βιβλίο...

15 σχόλια:

Johnny Panic είπε...

Απ'όσα γράφεις,
νοστιμούλι φαίνεται το πρώτο φαγάκι της Γιαννακάκη! Πάντως,αν σε αυτό γεύεσαι τις μεθυστικές μυδωριές των εδεσμάτων,στο δεύτερο σε πιάνει ασφυξία από την οξεία μυρωδιά των απορρυπαντικών και την οξύτατη γραφίδα της συγγραφέως.Όξινες μυρωδιές και εκζεματική μόλυνση ιστών: σωματικών,οικογενειακών,κοινωνικών.Όσο για το αστυνομικό που λες,υπάρχει ως στοιχείο και στα "Χερουβείμ",αλλά εκεί δένει καλά η συνταγή ως το τέλος(κατά τη γνώμη μου).

Μια που έβαλες στο πιάτο σου και σινεφίλ αναφορά,να προσθέσω κι εγώ το "Μεγάλο Φαγοπότι" του Μάρκο Φερρέρι,"μνημείο ηδονής" και "μεγάλη τραγωδία της σάρκας",όπως το χαρακτήρισε ο λατρεμένος Μπουνιουέλ.

Τέλος,μια ερώτηση σχετικά με τα περί αναδρομής...Έχω ακούσει/διαβάσει ότι στο "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο" ξετυλίγεται μια χειμαρρώδης αναδρομική αφήγηση με αφορμή ένα...ψαροκόκαλο;;; Εσείς που έχετε διαβάσει περισσότερα,κάτι θα ξέρετε επ'αυτού.

Μύρων Κατσούνας είπε...

H Γιαννακάκη ανανεώνει ή συνεχίζει την παράδοση της μακράς υπόταξης, όπως τη μάθαμε από το Κιβώτιο του Αρη Αλεξάνδρου.
Και στα τρία μυθιστορήματά της, με αφορμή το σκηνικό που στήνει η Γιαννακάκη ανατέμνει ουσιαστικά την ελληνική πραγματικότητα.

Κατά τούτο τα μυθιστορήματά της παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Κατερίνα Μαλακατέ είπε...

Εμένα πάλι μου άνοιξε η όρεξη... για διάβασμα.

ναυτίλος είπε...

Αγαπητέ Κατσούνα, η αλήθεια είναι πως είχα ξεκινήσει να διαβάζω τα Χερουβείμ αλλά επειδή οι πρώτες σελίδες μου άρεσαν πολύ, με εντυπωσίασαν θα έλεγα (αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι και οι επόμενες θα ήταν στο ίδιο επίπεδο), σταμάτησα την ανάγνωση και στράφηκα στο πρώτο της βιβλίο. Μπορεί να φαίνεται παράξενο αλλά είναι κάτι που το συνηθίζω...
Αναρωτέμαι αν το τρίτο της, το Σναφ, είναι καλό. Απ' ό,τι φαίνεται το έχεις διαβάσει... θα μου το πρότεινες λοιπόν;

ναυτίλος είπε...

Κατερίνα, εμένα να δεις πόσο μου άνοιξε η όρεξη με όλα αυτά τα φαγητά που παραθέτει η Γιαννακάκη...

ναυτίλος είπε...

Ετερώνυμε, η ταινία που ανέφερες είναι ομολογουμένως συγκλονιστική και έχει κάποια διακριτική σχέση με το βιβλίο... τέσσερις φίλοι αυτοκτονούν τρώγοντας ακατάπαυστα ό,τι εκλεκτότερο επί 5 ημέρες... "η κύρια ζωοδότρα πράξη, το φαγητό, γίνεται πράξη θανάτου, αντιστρέφοντας ένα βασικό βιολογικό νόμο..." (α, ρε αείμνηστε Ραφαηλίδη...)
Όσον αφορά το εργο του Προυστ πέρα από την περίφημη μαντλέν δεν ξέρω και πολλά γιατί δεν έχω διαβάσει παρά μόνο τον πρώτο τόμο της παλιάς έκδοσης του Ηριδανού, όταν ήμουν 20 χρονών, στη συνέχεια ξεκίνησα μετά μανίας να μαθω γαλλικά για τον διαβάσω στο πρωτότυπο, που στο μεταξύ το αγόρασα από τις εκδ Pleiade με την επιμέλεια του Ταντιέ... αλλά ακόμη δεν το έχω αποτολμήσει! Ωστόσο μπορώ να σε φιλοδωρίσω με ένα απόσπασμα του Απίκιου...
"Ο Προυστ ήταν ο συγγραφέας εκείνος που εξερεύνησε σε βάθος τη νοσταλγική δύναμη του ουρανίσκου, την αναδρομική ισχύ του αρ΄ματος και την δια της γεύσεως επαναφορά σ' ένα ευτυχισμένο τότε".

Johnny Panic είπε...

Ευχαριστώ για το φιλοδώρημα.Καλά θυμόμουν,λοιπόν,είτε με ψαροκόκαλο είτε χωρίς.Εγώ πάλι δεν ξέρω αν θα αποτολμήσω ποτέ στη ζωή μου να μπω μέσα σ'αυτό το ποτάμι...(τα ποτάμια τα φοβάμαι,όπως ξέρεις)

Περιμένω κι εγώ το σχόλιο του Μ.Κατσούνα για το "Σναφ",μια που η υπόθεση φαίνεται άκρως ενδιαφέρουσα! Αν θυμάμαι καλά,απέσπασε πολύ καλές κριτικές,αλλά με ορισμένες επιφυλάξεις που απουσίαζαν από τις βιβλιοκρισίες σε σχέση με τα "Χερουβείμ".

ΥΓ: Όπως βλέπεις,πάει ο Ετερώνυμος. :)

Johnny Panic είπε...

Α,και κάτι άλλο! Κάνε έναν κόπο να εκλογικεύσεις την "παραξενιά" σου,διότι αυτό που είπες μου κίνησε την περιέργεια...

ναυτίλος είπε...

Κάποιες φορές, φίλε Ετερώνυμε, που πάω να ξεκινήσω την ανάγνωση κάποιου έργου, μετά την ανάγνωση κάμποσων σελίδων, αισθάνομαι ένα δέος, το οποίο με εμποδίζει να συνεχίσω. Δεν μπορώ να καθορίσω με ακρίβεια το λόγο... ίσως γιατί νιώθω ανέτοιμος, ανώριμος να συνεχίσω... Αυτό απ' ό,τι θυμάμαι, μου έχει συμβεί σε μεγάλο βαθμό (όσον αφορά στα έργα που παραμένουν σε εκκρεμότητα) με το Αναζητώντας το χαμένο χρόνο, τον Οδυσσέα, τον Άνθρωπο χωρίς ιδιότητες, το Paradiso, το Θάνατο του Βιργιλίου, το Recognitions (του Gaddis-παραμένει αδικαιολόγητα αμετάφραστο), το Petersbourg (του Bely-παρομοίως) και άλλα...
Ελπίζω ότι κάποτε θα τα ολοκληρώσω...
Σε μικρότερο βαθμό μου συμβαίνει και με λιγότερο διάσημα βιβλία. Σε αυτές τις περίπτώσεις καταφεύγω σε ένα πιο πρώιμο έργο του ίδιου συγγραφέα και δίνω χρόνο στο πιο ώριμο. Και βέβαια αυτό το χρονικό χάσμα μου προκαλεί αφάνταστη ηδονή... πρόκειται για μια υπόσχεση ευτυχίας...
Είδες κάτι παραξενιές που υπάρχουν... και πόσες ακόμη!

Johnny Panic είπε...

Και φυσικά δεν έχω διαβάσει κανένα από τα τιτάνια έργα που αναφέρεις!..

Σαν αυτοβασανισμός μου ακούγεται εμένα! Θα επιτείνω την πείνα μου ώστε να μεγιστοποιήσω την τελική απόλαυση.Θέλω να φάω τόσο πολύ,που δεν τρώω.Προσδοκώμενος ηδονισμός μέσω της αυτοακύρωσης -επιβεβαιώνεις τον Μπατάιγ,χεχε!

Ετερώνυμος;;; Ποιος είναι αυτός; Johnny Panic με λένε(εσύ βεβαίως μπορείς να με αποκαλείς απλώς Johnny)

ναυτίλος είπε...

Λάθος μου, Τζόννυ, θέλω χρόνο για να το συνηθίσω...
Ποιος σου ότι οι παραξενιές-βίτσια δεν είναι αυτοβασανιστικά προκαλώντας ωστόσο ανείπωτη ηδονή;
Τέλος πάντων... μάλλον προς Γέλινεκ το πάω...

Ανώνυμος είπε...

Ω!

Η πρώτη παράγραφος είναι το επίγραμμα που θα πρέπει να μπει στον τάφο μου! Το φαγητό είναι εκείνο η πτυχή του ανθρώπινου όντος που μοναδικά ενσωματώνει τόσο την βιολογική όσο και την ηδονιστική διάσταση της υπόστασής μας. Ακόμα και το σεξ δεν είναι τόσο άμεσα απαραίτητο-κανείς δεν πεθαίνει από έλλειψή του σε μια εβδομάδα,ένα μήνα και μην το πάω μακρύτερα- όμως για πάρα πολλούς, και δεν τολμώ να κρύψω και για τον υποφαινόμενο, η απόλαυσή του είναι εφάμιλλη! Έχω την τιμή να βοηθώ στην προώθησή του στην θέση που του αρμόζει, αφού δεν παραλείπω να χώνω σφήνα σε κάθε κείμενό μου λίγα οργιάκια με πρωταγωνιστή το φαγητό.

Μια από τις αγαπημένες μου ταινίες, που σχετίζεται με το κρασί περισσότερο και όχι με το φαγητό, είναι το εξαιρετικό Sideways. Κρασί και φαγητό, εξάλλου, πάντα συνδυάζονται με έναν μαγικό τρόπο για να γεννήσουν γεύσεις που αλλιώς δεν βρίσκονται πουθενά.

Edgar Nolan Poe

Μύρων Κατσούνας είπε...

Αγαπητοί ομοτράπεζοι στη φιλαναγνωστική μας τράπεζα, πάει καιρός που διάβασα το Σναφ και φοβούμαι ότι τα όσα γράψω δεν θα κορέσουν την πείνα σας.

Δεν ξέρω να πω εάν συνιστά εξέλιξη εν σχέσει προς τα δύο προηγούμενα βιβλία της συγγραφέως. Επειτα, πώς λογαριάζουμε την εξέλιξη και την πρόοδο ενός συγγραφέα και γιατί πρέπει άραγε ένας συγγραφέας καλά και σώνει να προοδεύει;

Σε κάθε περίπτωση το Σναφ είναι ένα γλυκόπικρο έδεσμα. Η Γιαννακάκη καταπιάνεται με τους σημερινούς δεκαπεντάρηδες, χωρίς να θέλει να τους χαϊδέψει. Γράφει μια δυστοπία για τη γενιά του ιντερνετ, ενώ πάντα στην προοπτική υπάρχει η ανελέητη κριτική της στο τώρα και στη γενιά της.

Ο τρόπος, δηλ. η μακρά υπόταξη και οι δοκιμιακού χαρακτήρα παρεμβολές της, είναι εδώ παρών, χωρίς να λείπουν οι αναγκαίες στοχαστικές προσαρμογές.

Στο τέλος, δε, η Γιαννακάκη δεν παραλείπει να παίξει τα γνωστά αφηγηματολογικά παιχνίδια του σύγχρονου μυθιστορήματος.

ναυτίλος είπε...

Μεγάλη τιμή για τον Ναυτίλο να φιλοξενεί έναν Πόε στο σκάφος του....Αγαπημένη ταινία το Sideways αλλά και το Mondovino του Jonathan Nossiter μια και το γυρίσαμε στο κρασί... βέβαια και οι δυο ταινίες με αφορμή το κρασί μιλάνε για πολύ περισσότερα πράγματα...
Θα σου γράψω τέλος και κάτι του Μπριγιά-Σαβαρέν:
"Οι απολαύσεις του τραπεζιού είναι κοινές σε όλες τις ηλικίες, σε όλες τις τάξεις, σε όλες τις χώρες και σε όλες τις εποχές. Δεν εναρμονίζονται μόνον με όλες τις άλλες απολαύσεις, αλλά παραμένουν και μας παρηγορούν για την απώλεια των άλλων".

ναυτίλος είπε...

Λιτό αλλά διαφωτιστικό το σημείωμά σου, Μύρων... και πολύ ενδιαφέρων ο συλλογισμός στη δεύτερη παράγραφο. Αναμφίβολα βέβαια σε κάθε συγγραφέα υπάρχει εξέλιξη από βιβλίο σε βιβλίο. Αλλά είναι λάθος τελικά να θέλουμε σώνει και καλά να βάλουμε πρόσημο σε αυτή την εξέλιξη... Ωστόσο μου αρέσει, όταν έχω τη δυνατότητα, να διαβάζω τα βιβλία ενός συγγραφέα με χρονολογική σειρά και να διαπιστώνω άυτή την εξέλιξη.