Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

Οδυσσέας - 10

Τζέημς Τζόυς, εκδ. Κέδρος, μτφ. Σωκράτης Καψάσκης.
James Joyce: Ulysses. Folio Society, 2004 (1926).
James Joyce: Ulysses. Penguin 1992, annotated (1960)



9. Σκύλλα και Χάρυβδις

Στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Δουβλίνου, 2 μετά το μεσημέρι.





"Τι είναι φάντασμα; είπε με έξαψη ο Στήβεν. Κάποιος που ξεθώριασε σε κάτι άψαυστο, μέσα από το θάνατο, μέσα από την απουσία, μέσα από την αλλαγή του τρόπου ζωής. Το ελισαβετιανό Λονδίνο βρίσκεται τόσο μακριά από το Στράτφορντ, όσο και το διεφθαρμένο Παρίσι από το παρθενικό Δουβλίνο. Ποιο είναι το φάντασμα, που από limbo patrum επιστρέφει στον κόσμο που το λησμόνησε; Ποιος είναι ο βασιλιάς Άμλετ;"

Ο Στήβεν Δαίδαλος αναπτύσσει στην Εθνική Βιβλιοθήκη μια ιδιότυπη θεωρία για τον Σαίξπηρ σε ένα αυτοσχέδιο ακροατήριο, που αποτελείται από βιβλιοθηκάριους και λογοτέχνες. Ο Στήβεν "διαβάζει" κάποια από τα έργα του Άγγλου δημιουργού και κυρίως τον Άμλετ, χρησιμοποιώντας στοιχεία της βιογραφίας του, που τα έχει εμπλουτίσει με δικές του εικασίες.





Το 9ο κεφάλαιο του "Οδυσσέα" φέρνει στο νου ένα πλατωνικό συμπόσιο. Ο Στήβεν αναπτύσσει την σαιξπηρική του θεωρία πασχίζοντας να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού του. Ωστόσο κατά τη διάρκεια της "διάλεξής" του, που δεν αποτελείται μόνο από μονολόγους αλλά και διαλόγους, κόσμος πάει κι έρχεται. Όπως και στα συμπόσια άλλοι αποχωρούν ενώ άλλοι εμφανίζονται παίρνοντας μέρος στη συζήτηση. Μια συζήτηση στην οποία υιοθετείται συχνά, όχι μόνο το ύφος και το λεξιλόγιο του Σαίξπηρ αλλά και των θεοσοφιστών. Ο Στήβεν υποστηρίζει μεταξύ άλλων πως με τον Άμλετ ο Σαίξπηρ περιγράφει την προσωπική του τραγωδία: Ο πρίγκηπας Άμλετ είναι ο πρόωρα χαμένος γιος του ποιητή, ο δωδεκάχρονος Άμνετ, κι ο ίδιος ο Σαίξπηρ είναι το φάντασμα του πατέρα του. Η ένοχη βασίλισσα είναι η γυναίκα του, Αν Χάθαγουεϊ, που όταν την παράτησε για να πάει στο Λονδίνο, πήγε με κάποιον από τους αδελφούς του. Αναρωτιέμαι καθώς τα διαβάζω κατά πόσον όλα αυτά λέγονται στα σοβαρά. Την απάντηση τη δίνει προς το τέλος ο ίδιος ο Στήβεν:


"-Μας εξαπατήσατε, είπε με στόμφο ο Τζων Έγκλιντον στον Στήβεν. Μας παρασύρατε να φτάσουμε ως εδώ για να μας παρουσιάσετε ένα γαλλικό τρίγωνο. Εσείς ο ίδιος πιστεύετε τη θεωρία σας;


-Όχι, είπε χωρίς δισταγμό ο Στήβεν".

Αν όχι, τότε προς τι όλα αυτά; Ίσως γιατί αυτό που μετράει δεν είναι το συμπέρασμα αλλά ο διάλογος, το "παιχνίδι", η συνάθροιση των ανθρώπων του πνεύματος...




Για μένα ολόκληρο το κεφάλαιο λειτουργεί ως μια παρωδία των "λογοτεχνικών σαλονιών". Ο Σαίξπηρ, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Ακινάτης, ο Γκαίτε, ο Ουάιλντ και ένα σωρό άλλοι πρωταγωνιστούν σ' αυτό το λογοτεχνικό όργιο. Οι παρευρισκόμενοι μιλάνε άλλοτε με τον τρόπο του ενός δασκάλου κι άλλοτε με τον τρόπο του άλλου. Λαγνοτέχνες που ανταλλάσσουν ξιφασκώντας πανούργες ατάκες του ένδοξου παρελθόντος. Κι όλα αυτά ενώ βρίσκονται περιτριγυρισμένοι από βιβλία, "φέρετρα σκέψεων", μέσα σε μια βιβλιοθήκη κοιμητήριο, όπου αντηχούν τα αναμασημένα λόγια νεκρών συγγραφέων. Μια ιδιόμορφη νέκυια...


"Φέρετρα σκέψεων ολόγυρά μου, σε θήκες για μούμιες, βαλσαμωμένες μέσα σε αρώματα λέξεων. Ο Θευθ, ο θεός των βιβλιοθηκών, ένας θεός πτηνό, σεληνοστεφανωμένος. Κι εγώ άκουσα τη φωνή εκείνου του Αιγύπτιου αρχιερέα. Σε θαλάμους ζωγραφιστούς, φορτωμένους με πλάκες βιβλίων".






Μεταφραστικά σχόλια

Όσο πιο πολύ προχωράω στην Οδύσσεια του Τζόυς, τόσο λιγότερο με ικανοποιεί η μετάφραση του Καψάσκη. Αναμφίβολα θαυμάζω το σθένος του και το μεράκι του να αναμετρηθεί με το έργο του Ιρλανδού δημιουργού, όμως ήταν υπεράνω των δυνάμεών του. Δεν αρκεί το μεράκι, ούτε οι γνώσεις, ούτε ακόμα και η απεριόριστη πρόσβαση σε πληροφορίες (που ο Καψάσκης στην εποχή του δεν είχε), χρειάζεται και λογοτεχνικό ταλέντο. Πώς μπορείς να μεταφράσεις Τζόυς αν δεν το διαθέτεις; Κι ο Καψάσκης δεν το διέθετε. Επιπλέον, άρχισα να παρατηρώ, ήδη από το προηγούμενο κεφάλαιο, μια κόπωση. Η ευρηματικότητά του περιορίστηκε και συχνά μεταφράζει διεκπεραιωτικά. Ελπίζω να διαψευσθώ στη συνέχεια...


Το συγκεκριμένο κεφάλαιο είναι γεμάτο παγίδες. Χρησιμοποιούνται συνεχώς λέξεις και φράσεις σαιξπηρικές. Οι θεοσοφιστείες της Μπλαβάτσκυ έχουν την τιμητική τους. Χρειάστηκε να ανατρέξω συχνά στη Θεοσοφία της, όπως και στους "Γνωστικούς" του Λακαριέρ, ενώ κάθε τόσο έπρεπε να ξαναθυμηθώ έργα του Σαίξπηρ, που είχα διαβάσει πριν από πολλά χρόνια. Εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος: Πόσο απολαυστικό μπορεί να είναι ένα κεφάλαιο βαρυφορτωμένο με όλα αυτά; Ελάχιστα, θα του απαντούσα! Πιθανόν αυτός να ήταν και ο στόχος (ή τουλάχιστον αυτό θα 'θελα να πιστεύω) του Τζόυς. Στους Λαιστρυγόνες υπήρξε ένας κορεσμός (μέχρι αηδίας) από το φαγητό, για να καταλήξουμε σε ένα σαντουϊτσάκι με τυρί και μουστάρδα συνοδευμένο από ελαφριά σαλάτα. Εδώ, μες στο μαυσωλείο της γνώσης, υπήρξε κορεσμός (μέχρι αηδίας) από πνεύμα... για να καταλήξουμε στην έξοδο, στους δρόμους της πόλης, στην οδύσσεια του Οδυσσέα-Μπλουμ, στη ζωή!



"Καθώς βάδιζε προς την εξώπορτα, στάθηκε στην άκρη, επειδή ένιωσε κάποιον πίσω του. Σκασ' το. Ήρθε η στιγμή. Προς τα πού, όμως; Αν ο Σωκράτης άνοιγε την πόρτα του σπιτιού του, αν ο Ιούδας έβγαινε έξω απόψε... Μια σκοτεινή πλάτη τους προσπέρασε. Βηματισμός πάνθηρα, κατέβηκε, βγήκε από την αυλόπορτα, κάτω από τη σιδεριά που τη στεφάνωνε. Ακολούθησαν..."




1. σελ. 225, κάπου στη μέση. Ο βιβλιοθηκάριος κινείται με έναν ιδιόμορφο βηματισμό: πλησιάζει sinkapace forward, από το πηδηχτό γαλλικό χορό πέντε βημάτων cinque pace και πιο μετά απομακρύνεται corantoed off, από το γρήγορο χορό coranto (αναφορές στη "Δωδεκάτη νύχτα" του Σαίξπηρ). Ελλείψει αντίστοιχων ελληνικών λέξεων, δύσκολα μπορούν να αποδοθούν αυτοί οι όροι. Ίσως αν ανατρέχαμε σε δικούς μας παραδοσιακούς χορούς ή σε άλλους γνωστούς σε μάς, που είναι παρόμοιοι. Δυστυχώς δεν είμαι ειδήμων. Ο Καψάσκης μεταφράζει στην πρώτη περίπτωση: "ήρθε ένα κουτσό βήμα μπροστά" και στη δεύτερη: "απομακρύνθηκε μ' ένα χορευτικό βηματισμό". Οι δύο αυτές προτάσεις (ολοκληρωμένες) στο πρωτότυπο είναι μοναδικές, αντάξιες της φήμης του Τζόυς.



Λίγο πιο κάτω ο βιβλιοθηκάριος αναφερόμενος στις κρίσεις του Γκαίτε για τον Σαίξπηρ λέει: "Αληθινές, από μιαν άποψη υπερβατική" ("True in the larger analysis"). Το γιατί ο Καψάσκης το μετέφρασε έτσι, αδυνατώ να καταλάβω. Θα μπορούσε απλά να πει: "Αληθινές, σύμφωνα με μια ευρύτερη θεώρηση".

2. σελ. 227, στη μέση περίπου. Το κείμενο κάνει συνεχείς αναφορές σε υπαρκτά πρόσωπα χρησιμοποιώντας τα αρχικά τους, ίσως για να το εναρμονίσει με την ερμητικότητα των θεοσοφιστών. Πρόκειται κυρίως για ονόματα που σχετίζονται με τη θεοσοφία. Για παράδειγμα: "H.P.B" (Χ.Π.Μπ. τη μεταφράζει ο Κ.) είναι η Έλεν Πέτροβνα Μπλαβάτσκυ, που ίδρυσε τη Θεοσοφική Εταιρεία το 1875, ενώ "ο Ο.Π." ("O.P.") είναι οι "Οι συνηθισμένοι άνθρωποι", από το Οrdinary People (Gifford)και θα έπρεπε επομένως να αποδοθεί ως: "Οι Σ.Α.". Γενικά η μετάφραση πολλών αποσπασμάτων, στις πρώτες σελίδες αυτού του κεφαλαίου, προϋποθέτει μεγάλη εξοικείωση με το λεξιλόγιο της θεοσοφίας, που ο Καψάσκης δε φαίνεται να είχε.



3. σελ. 230, 9η σειρά: "Ναύτες ιστιοφόρων... μασουλάνε τα λουκάνικά τους στην πλατεία" ("Canvasclimbers... chew their sausages among the groundlings"). Κατά τη διάρκεια παράστασης έργων του Σαίξπηρ στην εποχή του, στις πλατείες των θεάτρων βρίσκονταν θεατές που φωνασκούσαν, κάπνιζαν, τρώγανε, πίνανε και πετούσαν από αποφάγια έως και πέτρες στους ηθοποιούς. "Groundlings" είναι ακριβώς αυτοί οι θεατές (Gifford)! Συνεπώς η μετάφραση είναι: "Ναύτες ιστιοφόρων... μασουλάνε τα λουκάνικά τους ανάμεσα στους θεατές της πλατείας". Όσο για το "canvasclimbers" (λέξη σαιξπηρική από τον "Περικλή") ας το αφήσω καλύτερα, το ναύτες ιστιοφόρων αρκεί... προς το παρόν.
Υ.Γ: Τελικά το έψαξα και πιστεύω ότι θα ταίριαζε και η λέξη: "αρμενιστές".



Λίγες σειρές πιο κάτω (15η) αντί "ο κύριος του Έιβον" να γραφτεί: "ο κύκνος του Έιβον", έτσι είχε αποκαλέσει ο Μπεν Τζόνσον τον Σαίξπηρ (Gifford).

4. σελ. 231, στο κάτω μέρος: "A.E.I.O.U. (Σας οφείλω)" ("A.E.I.O.U."). Ο Α.Ε. ήταν ο γνωστός τότε ποιητής, Τζωρτζ Ράσσελ, ο οποίος βρισκόταν ανάμεσα στο ακροατήριο του Στήβεν και ήταν μέλος των θεοσοφιστών. Λόγω αυτής του της ιδιότητας (aeons= αιώνες-βασικός όρος της θεοσοφίας) είχε πάρει και αυτά τα αρχικά. Στο κείμενο συχνά τον ονομάζει με αυτά. Το Α.Ε.Ι.Ο.U είναι το: A.E. I OWE YOU δηλαδή: Α.Ε. σας οφείλω. Ο Στήβεν (αλλά και ο Τζόυς) μεταξύ άλλων του όφειλε και χρήματα. Ωστόσο, σύμφωνα με την Άννα Ιωαννίδου, εδώ γίνεται κι ένας υπαινιγμός στο "Αγάπης αγώνας άγονος", όπου σε κάποιο λογοπαίγνιο αναφέρονται τα φωνήεντα της αγγλικής γλώσσας. Κάνοντας χρήση της φράσης: οφείλω υμίν, θα πρότεινα την ακόλουθη μετάφραση: "Α.Ε.Ο.Υ."






5. σελ. 232, στην προτελευταία σειρά γράφει: "...στην κρεββατοκάμαρα όλων των ιερειών της Αφροδίτης" ("in the bedchamber of every light-in-love in London"). Θα προτιμούσα την μετάφραση του Μαραγκόπουλου: "στην κρεββατοκάμαρα της κάθε παστρικιάς στο Λονδίνο".



6. σελ. 233, 8η σειρά: "...η Ανν διαθέτει τον τρόπο της. Μα τον Θεό, αυτή έφταιγε. Του επέβαλε τους όρους της, η γλυκειά εικοσιεξάρα. Η γκριζομάτα θεά που γέρνει πάνω από τον νεαρό Άδωνι, που σκύβει για να πετύχει το σκοπό της, σαν πρόλογος στη σκηνή της φουσκωμένης κοιλιάς, είναι μια θαρραλέα βλάχα του Στράτφορντ που τουμπάρει τον νεώτερο εραστή της σ' ένα χωράφι σπαρμένο στάρι". ("... Ann hath a way. By cock, she was to blame. She put the comether on him, sweet and twentysix. The greyeyed goddess who bends over the boy Adonis, stooping to conquer, as prologue to the swelling act, is a boldfaced Stratford wench who tumbles in a cornfield a lover younger than herself"). Γίνεται αναφορά στην γυναίκα του Σαίξπηρ, την Άννα Χάθαγουέι-Hathaway, που ήταν μεγαλύτερή του κατά οκτώ χρόνια και τον γνώρισε στα 26 της. Το λογοπαίγνιο με το όνομά της: η Άννα έχει (hath=has) τον τρόπο της (το "διαθέτει" μου φαίνεται ατυχές) δεν νομίζω ότι μπορεί να αποδοθεί. Αντί για το: "Μα το Θεό", το κείμενο λέει: "Μα τον κόκκορα" (από το τρελοτράγουδο της Οφηλίας στον "Άμλετ"). Για ποιο λόγο ο μεταφραστής το αλλάζει δεν καταλαβαίνω. Το grey eyes στα ελισαβετιανά αγγλικά σημαίνει "γαλανά μάτια". Το swelling act προέρχεται από τον Μάκμπεθ, όπου σημαίνει: μεγαλόπρεπη πράξη. Ωστόσο εδώ παίρνει και τη σημασία της στύσης και της εγκυμοσύνης (Μαραγκόπουλος). To cornfield, o Καψάσκης το μεταφράζει λανθασμένα ως χωράφι με στάρι. Το λάθος του δεν είναι ασήμαντο γιατί αυτή η σκηνή, σύμφωνα με το Σαίξπηρ, έχει λάβει χώρα σε χωράφι με σίκαλη και οι συνομιλητές διορθώνουν τον Στήβεν, που επιμένει όμως να το ονομάζει (η λέξη αναφέρεται τρεις φορές στο κεφάλαιο) χωράφι με καλαμπόκια, πιθανόν λόγω του φαλλικού του συμβολισμού. Και τις τρεις φορές όμως ο Καψάσκης μετατρέπει το καλαμπόκι σε στάρι.



Προτεινόμενη μετάφραση: "... έχει και η Άννα τον τρόπο της. Μα τον κόκκορα, το φταίξιμο ήταν δικό της. Τον τύλιξε για τα καλά, γλυκιά και εικοσιεξάρα. Η γαλανομάτα θεά που γέρνει πάνω από το νεαρό Άδωνι, που σκύβει για να καταχτήσει, πρόλογος στη μεγαλόπρεπη πράξη του φουσκώματος, δεν είναι παρά ένα θρασύ θηλυκό από το Στράτφορντ που τουμπάρει στο χωράφι με τα καλαμπόκια έναν εραστή νεότερό της".
Στην ίδια σελίδα 5 σειρές πιο κάτω αναφέρεται στον λαμπερό και ξανθό κ. Μπεστ: "Ύστερα μουρμούρισε με κάποια ευχαρίστηση...". Το κείμενο όμως λέει:"He murmured then with blonde delight...". Γιατί το blonde γίνεται: "κάποια", ισοπεδώνοντας τη γραφή του Τζόυς; Το σωστό θα ήταν: "Ύστερα μουρμούρισε με ξανθιά ευχαρίστηση..."



7. σελ. 236, 15η σειρά: "Κάρφωσε στη γωνιά του γραφείου ένα αθώο βλέμμα και έστεψε την αποκοτιά του μ' ένα χαμόγελο. Το ημερολόγιο της ιδιωτικής του ζωής σε χειρόγραφο. Ta an bad ar an tir. Tiam imo shagart. Τέκνο της εκκλησίας, μικρέ μου Τζων". ("He rested an innocent book on the edge of the desk, smiling his defiance. His private papers in the original. Ta an bad ar an tir. Taim in mo shagart. Put beurla on it, littlejohn"). Εδώ ο Καψάσκης διάβασε το book ως look κι έτσι το νόημα της πρότασης διαστρεβλώθηκε. Οι προτάσεις με τους πλάγιους χαρακτήρες είναι στα ιρλανδικά (Το πλοίο έφτασε στη χώρα. Είμαι ο ιερέας). Επίσης το beurla στα ιρλανδικά σημαίνει: αγγλική γλώσσα, ενώ ταυτόχρονα παίζει και με τη γαλλική λέξη beurre=βούτυρο (Gifford). Θα πρότεινα: "Ακούμπησε ένα αθώο βιβλίο στην άκρη του γραφείου κι έστεψε την πρόκλησή του μ' ένα χαμόγελο. To ημερολόγιο της ιδιωτικής του ζωής σε χειρόγραφο. Ta an bad ar an tir. Taim in mo shagart. Άλειψέ τα με λίγα εγγλέζικα, μικρέ μου Τζων".





8. σελ. 238, λίγο κάτω από τη μέση: " Και τερμάτισε τη συζήτηση με αυτά τα καλοειπωμένα λόγια, πράο κεφάλι ανάμεσά τους, αυγό της άλκας, του βορινού πουλιού, ανταμοιβή της αψιμαχίας τους". Η άλκα η άπτερος (auk) ήταν ένα πτηνό, που συγγένευε κάπως με τον πιγκουίνο και ζούσε στις βόρειες ακτές του Ατλαντικού. Γεννούσε μόνο ένα πανέμορφο αυγό το χρόνο κι αυτό μόνον μεταξύ τεσσάρων και επτά ετών. Εξαφανίστηκε ως είδος κάπου στα μέσα με τέλη του 19ου αιώνα. Με αυτό ο Στήβεν χαρακτηρίζει το συμπέρασμα της συζήτησης, δηλ. ότι πρόκειται για κάτι (κεφάλι-αυγό) που υπόσχεται τη γέννηση μιας ιδέας που έχει πια εκλείψει. Η επεξηγηματική φράση: "του βορινού πουλιού" είναι προσθήκη του μεταφραστή, αδικαιολόγητη κατά τη γνώμη μου. Δεν είναι δυνατόν να προσθέτεις επεξηγήσεις στο κείμενο (κάτι που το κάνει αρκετές φορές ο Καψάσκης). Αν κρίνονται απαραίτητες, πρέπει να μπαίνουν ως υποσημειώσεις στο κάτω μέρος της σελίδας. Και σε τελική ανάλυση, αν επέμενε να επεξηγήσει την άλκα, ας έλεγε: του πτηνού που έχει πια εκλείψει.

9. σελ. 239, 2η παράγραφος: "Και μέσα στων αυτιών τους τις εξώπορτες εγώ χύνω" ("And in the porches of their ears I pour"). Η ημιτελής πρόταση προέρχεται από τα λόγια του φαντάσματος στον Άμλετ και η τελευταία φράση που εννοείται είναι: "το δηλητήριο των λόγων μου". Το πρόβλημά μου είναι οι λέξη: "εξώπορτες", που την ξαναχρησιμοποιεί και λίγο πιο κάτω. Δεν μπορούσε να βρει άλλη λέξη; Αν και δεν έχω αυτή τη στιγμή στη διάθεσή μου τις δυο μεταφράσεις του Άμλετ που βρίσκονται στη βιβλιοθήκη μου, θα πρότεινα: "και στους πυλώνες των αυτιών τους στάζω". Και λίγο πιο κάτω, αντί για "Λουκρέσια" μπορούμε να γράψουμε: "Λουκρητία".



10. σελ. 247, 6η σειρά από το τέλος: "Σοδομίτης" ("Catamite"). Catamite δεν είναι ο Σοδομίτης. Είναι ένας όμορφος νεαρός κατάλληλος για ερωτική παρέα, συνήθως για παιδεραστική σχέση. Η λέξη προέρχεται από το λατινικό Catamitus, εκλατινισμένος Γανυμήδης, ο νεαρός από την Τροία που είχε απαγάγει ο Δίας για οινοχόο και για συντροφιά. Θα το μετέφραζα ως "Γανυμήδης".



11. σελ.251, 2η σειρά: "Το φάντασμα του πατέρα του δεν περιπλανιέται τις νύχτες" ("The corpse of John Shakespeare does not walk the night"). Πιο σωστή μετάφραση είναι: "Το πτώμα του Τζων Σαίξπηρ δεν περιπλανιέται τις νύχτες". Άλλωστε συνεχίζει λέγοντας ότι σαπίζει, ρήμα που δεν μπορεί να ταιριάξει με τη λέξη φάντασμα.



12. σελ. 252, στη μέση περίπου, να διορθωθεί (μάλλον τυπογραφικό λάθος) η πρόταση σε: "Ο Άμλετ, ο σκοτεινός πρίγκηπας, είναι ο Άμνετ Σαίξπηρ". Και τα δύο ονόματα τα μεταφράζει ως: Άμλετ, ενώ ο γιος του Σαίξπηρ λεγόταν Άμνετ.





13. σελ. 254, 9η σειρά από το τέλος. Μετά τη λέξη "πόδια" να προστεθούν δυο μικρές προτάσεις που λείπουν: "Αγόρασε ένα ζευγάρι. Τρύπες στις κάλτσες μου". Λίγες σειρές πιο κάτω μεταφράζει το πτηνό "lapwing" με τη λέξη "τσαλαπετεινός" ενώ στα ελληνικά το ονομάζουμε "καλημάνα". Η λέξη χρησιμοποιείται αρκετές φορές στη συνέχεια. Ωστόσο βρίσκω επιτυχή την επιλογή του Καψάσκη και απόλυτα ταιριαστή με τα συμφραζόμενα. Κι αυτό γιατί το lapwing χαρακτηρίζεται για το ασταθές και άτσαλο πέταγμά του (ο Τζόυς το συνδέει στο απόσπασμα με τον Ίκαρο) κι επομένως ταιριάζει απόλυτα με το όνομα του τσαλαπετεινού.
Επίσης στην προτελευταία σειρά η Αθηνά Δημητριάδου, στη βιογραφία του Έλλμαν, μεταφράζει θαυμάσια την πρόταση: "Seabedabbled, fallen, weltering" σε "Θαλασσοδαρμένος, πεπτωκώς, τεταραχθείς" μια πρόταση με σαιξπηρικούς και μιλτωνικούς απόηχους... Αν και το lapwing το μεταφράζει ατυχώς σε "γλάρο".






Σημειώσεις: Οι εικόνες της ανάρτησης είναι με τη σειρά οι εξής: i) η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ιρλανδίας σε εικόνα της εποχής, ii) το αναγνωστήριο της Βιβλιοθήκης σε σύγχρονη φωτογραφία, iii) φωτογραφία που απεικονίζει τον Τζόυς μέσα στο βιβλιοπωλείο Shakespeare and Co., iv) έργο της Caroline Saltzwedel για την εικονογράφηση αυτού του κεφαλαίου του "Οδυσσέα", v) φωτογραφία της εισόδου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, vi) έργο του Motherwell γι' αυτό το κεφάλαιο του Οδυσσέα, με τίτλο: Σκύλλα και Χάρυβδις, vii) Η Άλκα ζωγραφισμένη από τον Keulemans, viii) το lapwing (καλημάνα), ix) "Σκύλλα και Χάρυβδις", έργο του Αλεσσάντρο Αλλόρι (1535-1607) από τοιχογραφία στη Φλωρεντία.


Παράλληλα με τον Οδυσσέα διαβάζω την εξαιρετική βιογραφία του Έλλμαν σε μετάφραση Αθηνάς Δημητριάδου. Επίσης να αναφέρω πάλι, πως ο Οδηγός ανάγνωσης του Άρη Μαραγκόπουλου είναι ένα απαραίτητο βοήθημα για τους Έλληνες αναγνώστες. Οι μεταφράσεις των αποσπασμάτων έχουν υποστεί επεμβάσεις. Θα ήθελα επίσης να επισημάνω στους φίλους, που παρακολουθούν τα μεταφραστικά μου σχόλια, ότι επανέρχομαι κάποιες φορές σε αυτά των προηγούμενων κεφαλαίων για να κάνω περαιτέρω προσθήκες, που προκύπτουν μετά από μια ακόμα ανάγνωση (π.χ. 8ο κεφ. 13ο σχόλιο, 6ο κεφ. 5ο σχόλιο, 3ο κεφ. ΥΓ.13ο σχόλιο).


9 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Το διάλειμμα κρατάει ...δυο ζωές, λέει ο Μαχαιρίτσας.
(Εκτός από "Το (εξαιρετικό!) τέλος", διάβασα ξανά μετά από χρόνια το μοναδικό μυθιστόρημα του Σεφέρη.) "Έξι νύχτες στην Ακρόπολη".
Όμως ο Τζόυς με περιμένει υπομονετικά πάντα μαζί με τον καφέ μου...
Να μην ξεχνιόμαστε κιόλας...

Τώρα, από τη μια λοιπόν έχετε τα κλειδιά (Μαραγκόπουλο και Έλμαν) να ξεκλειδώσετε τον "σκαντζόχοιρο" Τζόυς.
Εγώ πάλι έχω φτάσει στην ακτή της Ναυσικάς αποκαμωμένη και ξαναβρίσκω τον ειρμό μου -και το ρυθμό μου- όπως
και το άρωμα του βιβλίου.
Φαίνεται πως είχα κουραστεί να περιπλανιέμαι στα δαιδαλώδη μονοπάτια του.
Την (κατά δύναμιν) αποκρυπτογράφηση του Τζόυς έχετε επιλέξει να την κάνετε εσείς σχολαστικά -και χαρά στο κουράγιο σας...

Στο 9ο κεφάλαιο έχω σημειώσει αρκετά. Φρεσκάροντας τη μνήμη μου, επιλέγω τα εξής:

σελ. 238: Φυλάξου από εκείνα που επιθυμείς στη νεότητά σου, γιατί θα τ' αποκτήσεις στην ωριμότητά σου. (Γκαίτε)

σελ. 242: Ο είρων δεν λαμβάνεται ποτέ σοβαρώς υπ' όψιν όταν επιζητεί να εκλειφθεί σοβαρά.
Μιλούσαν σοβαρά για τη σοβαρότητα του είρωνα.

σελ. 250:...οι χειρότεροι εχθροί του ανθρώπου ανήκουν εις την οικογένειάν του και διαμένουν υπό την ιδίαν αυτού στέγην.

σελ. 249: Ο άγιος Θωμάς, είπε χαμογελώντας ο Στήβεν, του οποίου αρέσκομαι... (έως) Κανένας Σερ Χαμογελαστός γείτονας δεν θα επιθυμήσει επί ματαίω τα βόδια του ή τη γυναίκα του ή τον υπηρέτη του ή την υπηρέτριά του ή τον γάιδαρό του.(δηλ. όλη η παράγραφος)

Ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για την ανάρτησή σας, όχι τη δική μου...

κ.κ.

ναυτίλος είπε...

Πράγματι εξαιρετικό το Τέλος της Ζέγκερς. Το μυθιστόρημα του Σεφέρη δεν το έχω διαβάσει...
Για μένα δεν υπάρχει διάλειμμα στον Τζόυς... ίσως για να διαβάσω για κάποιο θέμα σχετικό με αυτά που γράφει. Σκέψου πως έχω κρεμάσει ένα χάρτη του Δουβλίνου στο δωμάτιό μου, πως πίνω ιρλανδέζικες μπύρες, τρώω τηγανητά (σε βούτυρο) αρνίσια νεφρά και σάντουιτς με μουστάρδα και γκοργκοντζόλα!
Η αλήθεια είναι πως ό,τι διαβάζω με επηρεάζει ιδιαίτερα...
Όσον αφορά στο ξεκλείδωμα του Οδυσσέα χρειάζονται και ο Έλμαν, και ο Γκίφορντ και ο Κίμπερντ και ο Μαραγκόπουλος και Γκίλμπερτ και ο Μπάτζεν. Το τι θα βρεις όμως μέσα του, όταν ανοίξεις με το κλειδί την πόρτα, αφορά στον καθένα μας προσωπικά. Για παράδειγμα τελείως διαφορετικά διάβασε ο καθένας τους αυτό το κεφάλαιο. Στις αναρτήσεις μου φαίνεται ο δικός μου τρόπος ανάγνωσης και μόνον κι ο οποίος είναι κάποιες φορές πολύ διαφορετικός από των άλλων. Για παράδειγμα στο συγκεκριμένο κεφάλαιο βαρέθηκα. Οι συζητήσεις τους με έφτασαν στα όρια και χάρηκα όταν επιτέλους βγήκα μαζί με τον Στήβεν και τον Μάλιγκαν έξω από τη Βιβλιοθήκη. Τώρα αν αυτό ήθελε ο Τζόυς (σύμφωνα με τους ειδήμονες όχι) δεν το ξέρω και μου είναι μάλλον αδιάφορο. Κάθε ανάγνωση είναι τελικά αυστηρά προσωπική.
Χαίρομαι για τα σημεία που μου επισημαίνεις και για την αφορμή που μου δίνεις να τα ξαναδώ.

Καλή συνέχεια... Κοντεύεις...

Ανώνυμος είπε...

Ωραία λοιπόν...
Ζείτε μέσα στον Τζόυς. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Συμφωνώ απόλυτα ότι κάθε ανάγνωση είναι αυστηρά προσωπική.
Κι έχει σχέση με το υπόβαθρο του καθενός, τον ψυχισμό του, την ηλικία, την αναγνωστική ετοιμότητα, την αισθητική του κτλ.

Συνήθως δεν απατάω τα βιβλία που διαβάζω με άλλα.
Είμαι πιστή κι αφοσιωμένη (και επικεντρωμένη) σε ό,τι διαβάζω.
Φταίει μάλλον ο Μάρτιος, δύσκολος μήνας για την οικογένειά μου, αλλά τώρα που χαλάρωσα συνεχίζω.
Κι είμαι μόλις στη μέση...

Έχω αποφασίσει να δω το έργο σαν ένα (δυσνόητο) ποίημα, χωρίς ανάλυση.
Κρατάω τη γεύση του, το άρωμά του, τις σιωπές του, το συναίσθημα, τις εικόνες, τις ιδέες, τις λέξεις. Ό,τι τελοσπάντων με εκφράζει και ό,τι καταλαβαίνω με το φτωχό μου μυαλό.
Και βλέπουμε...
Έτσι κι αλλιώς, δεν υπάρχει περίπτωση να μπει κανείς στο μυαλό του Τζόυς...

Να εξηγούμαστε: Αυτό, βέβαια, καθόλου δεν σημαίνει ότι υποτιμώ τις προσπάθειές σας να βρεθείτε, όσο πιο κοντά γίνεται, στον κόσμο του...


κ.κ.

Ανώνυμος είπε...

με αυτήν την αποσπασματικότητα,δεν γίνεται κουραστική η ανάγνωση.έχω παρατηρήσει όσον αφορά τον ευατό μου ότι κάθε φορά που προσεγγίζω ένα λογοτεχνικό κείμενο ως κλειδωμένη πόρτα που πρέπει να ανοίξω,ούτε το απολαμβάνω ούτε κερδίζω κάτι.
Αυτός είναι και ο λόγος που τα περισσότερα ε=έργα του κάφκα μου φαίνονται αγγαρεία(για μένα τα καλύτερα του είναι τα hungerkünstler,verwandlung).Και τους Δουβλινέζους τους βρήκα κάπως κουραστικούς,παρά τα καλά σημεία.Καμία σχέση με τη μαγεία του κορτάσαρ,τα έργα του σαραμάγκου,που, αν και εξίσου ή και περισσότερο weird από του κάφκα,τα διαβάζω πολύ ευχάριστα ,πόσο μάλλον με την δύναμη που έχει ο λόγος του ουγγο...

ναυτίλος είπε...

Ανώνυμε, διαφωνούμε βέβαια, αν και αγαπώ και τον Κορτάσαρ (ένα σωρό κλειδωμένες πόρτες έχει κι αυτός) και τον Σαραμάγκου. Όσο για τον Κάφκα, η Δίκη και ο Πύργος είναι για μένα μοναδικά (ειδικά για το τελευταίο φαίνεται αυτό στις αναρτήσεις που του αφιέρωσα). Μπορεί να με θεωρήσεις μαζοχιστή αλλά μου αρέσουν οι κλειδωμένες πόρτες και η όλη προσπάθεια που πρέπει να καταβάλω για να τις ανοίξω. Ίσως γιατί η απόλαυση που νιώθω μετά είναι πολύ μεγαλύτερη...

Ανώνυμος είπε...

Καλημέρα με λίγη ποίηση πάνω στο θέμα μας.
Όχι η Ιθάκη -παρόλο που θα μπορούσε κάλλιστα...


ΠΑΝΩ Σ' ΕΝΑΝ ΞΕΝΟ ΣΤΙΧΟ
Στὴν Ἕλλη, Χριστούγεννα 1931

Εὐτυχισμένος ποὺ ἔκανε τὸ ταξίδι τοῦ Ὀδυσσέα.
Εὐτυχισμένος ἂν στὸ ξεκίνημα, ἔνιωθε γερὴ τὴν ἀρματωσιὰ
μιᾶς ἀγάπης, ἁπλωμένη μέσα στὸ κορμί του, σὰν τὶς
φλέβες ὅπου βουίζει τὸ αἷμα.

Μιᾶς ἀγάπης μὲ ἀκατέλυτο ρυθμό, ἀκατανίκητης σὰν τὴ
μουσικὴ καὶ παντοτινῆς
γιατί γεννήθηκε ὅταν γεννηθήκαμε καὶ σὰν πεθαίνουμε,
ἂν πεθαίνει, δὲν τὸ ξέρουμε οὔτε ἐμεῖς οὔτε ἄλλος κανείς.

Παρακαλῶ τὸ θεὸ νὰ μὲ συντρέξει νὰ πῶ, σὲ μιὰ στιγμὴ
μεγάλης εὐδαιμονίας, ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀγάπη•
κάθομαι κάποτε τριγυρισμένος ἀπὸ τὴν ξενιτιά, κι ἀκούω
τὸ μακρινὸ βούισμά της, σὰν τὸν ἀχὸ τῆς θάλασσας
ποὺ ἔσμιξε μὲ τὸ ἀνεξήγητο δρολάπι.

Καὶ παρουσιάζεται μπροστά μου, πάλι καὶ πάλι, τὸ φάντασμα
τοῦ Ὀδυσσέα, μὲ μάτια κοκκινισμένα ἀπό του
κυμάτου τὴν ἁρμύρα
κι ἀπὸ τὸ μεστωμένο πόθο νὰ ξαναδεῖ τὸν καπνὸ ποὺ βγαίνει
ἀπὸ τὴ ζεστασιὰ τοῦ σπιτιοῦ του καὶ τὸ σκυλί του
ποὺ γέρασε προσμένοντας στὴ θύρα.

Στέκεται μεγάλος, ψιθυρίζοντας ἀνάμεσα στ' ἀσπρισμένα
του γένια, λόγια της γλώσσας μας, ὅπως τὴ μιλοῦσαν
πρὶν τρεῖς χιλιάδες χρόνια.
Ἁπλώνει μιὰ παλάμη ροζιασμένη ἀπὸ τὰ σκοινιὰ καὶ τὸ
δοιάκι, μὲ δέρμα δουλεμένο ἀπὸ τὸ ξεροβόρι ἀπὸ τὴν
κάψα κι ἀπὸ τὰ χιόνια.

Θὰ 'λεγες πὼς θέλει νὰ διώξει τὸν ὑπεράνθρωπο Κύκλωπα
ποὺ βλέπει μ' ἕνα μάτι, τὶς Σειρῆνες ποὺ σὰν τὶς ἀκούσεις
ξεχνᾶς, τὴ Σκύλλα καὶ τὴ Χάρυβδη ἀπ' ἀνάμεσό μας•
τόσα περίπλοκα τέρατα, ποὺ δέ μας ἀφήνουν νὰ στοχαστοῦμε
πὼς ἦταν κι αὐτὸς ἕνας ἄνθρωπος ποὺ πάλεψε
μέσα στὸν κόσμο, μὲ τὴν ψυχὴ καὶ μὲ τὸ σῶμα.

Εἶναι ὁ μεγάλος Ὀδυσσέας• ἐκεῖνος ποὺ εἶπε νὰ γίνει τὸ ξύλινο ἄλογο
καὶ oἱ Ἀχαιοὶ κερδίσανε τὴν Τροία.
Φαντάζομαι πὼς ἔρχεται νὰ μ' ἀρμηνέψει πῶς νὰ φτιάξω κι ἐγὼ
ἕνα ξύλινο ἄλογο γιὰ νὰ κερδίσω τὴ δική μου Τροία.

Γιατί μιλᾶ ταπεινὰ καὶ μὲ γαλήνη, χωρὶς προσπάθεια,
λὲς μὲ γνωρίζει σὰν πατέρας
εἴτε σὰν κάτι γέρους θαλασσινούς, ποὺ ἀκουμπισμένοι στὰ
δίχτυα τους, τὴν ὥρα ποὺ χειμώνιαζε καὶ θύμωνε ὁ ἀγέρας,
μοῦ λέγανε, στὰ παιδικά μου χρόνια, τὸ τραγούδι τοῦ Ἐρωτόκριτου,
μὲ τὰ δάκρυα στὰ μάτια•
τότες ποὺ τρόμαζα μέσα στὸν ὕπνο μου ἀκούγοντας
τὴν ἀντίδικη μοῖρα τῆς Ἀρετῆς νὰ κατεβαίνει τὰ μαρμαρένια σκαλοπάτια.

Μοῦ λέει τὸ δύσκολο πόνο νὰ νιώθεις τὰ πανιὰ τοῦ καραβιοῦ σου φουσκωμένα ἀπὸ τὴ θύμηση καὶ τὴν ψυχή σου νὰ γίνεται τιμόνι.
Καὶ νά 'σαι μόνος, σκοτεινὸς μέσα στὴ νύχτα καὶ ἀκυβέρνητος σὰν
τ' ἄχερο στ' ἁλώνι.

Τὴν πίκρα νὰ βλέπεις τοὺς συντρόφους σου καταποντισμένους μέσα στὰ
στοιχεῖα, σκορπισμένους: ἕναν-ἕναν.
Καὶ πόσο παράξενα ἀντρειεύεσαι μιλώντας μὲ τοὺς πεθαμένους,
ὅταν δὲ φτάνουν πιὰ οἱ ζωντανοὶ ποὺ σοῦ ἀπομέναν.

Μιλᾶ... βλέπω ἀκόμη τὰ χέρια του ποὺ ξέραν νὰ δοκιμάσουν ἂv ἦταν
καλὰ σκαλισμένη στὴν πλώρη ἡ γοργόνα
νὰ μοῦ χαρίζουν τὴν ἀκύμαντη γαλάζια θάλασσα μέσα στὴν
καρδιὰ τοῦ χειμώνα.

Γιώργος Σεφέρης


κ.κ.

Ανώνυμος είπε...

πάντα θα διίστανται οι απόψεις στη λογοτεχνία,ευτυχώς!
Ναυτίλε πέρα απότ τη διαφωνία μας να σε ευχαριστήσω για αυτά τα αφιερώματα στον Οδυσσέα!Πολύτιμα για μια προσέγγιση του βιβλίου

ναυτίλος είπε...

κ.κ. σ' ευχαριστώ για το ποίημα. Τι αρχέτυπο κι αυτός ο Οδυσσέας!

ναυτίλος είπε...

Ανώνυμε, δεν είμαι βέβαιος για το αν είναι πολύτιμα σε μια σφαιρική προσέγγιση του Οδυσσέα, καθώς εκφράζουν μια πολύ υποκειμενική άποψη. Σίγουρα πρόκειται για μια μόνο προσέγγιση, όπως το γράφεις και συ. Περισσότερο θα έλεγα ότι επικεντρώνονται σε μεταφραστικά θέματα. Βλέπεις είχα τη μετάφραση του Οδυσσέα, είκοσι τόσα χρόνια, σε περίοπτη θέση της βιβλιοθήκης μου πιστεύοντας, από τα εγκώμια που 'χα ακούσει, ότι ήταν μια αριστουργηματική απόδοση...