Tο Τούνελ του Ερνέστο Σάμπατο σε μετάφραση Κλαίτης Σωτηριάδου, εκδόσεις Μεταίχμιο.
Ένα έξοχο μυθιστόρημα του Αργεντίνου συγγραφέα. Το Τούνελ θα μπορούσε να διαβαστεί ως ένα αστυνομικό μυθιστόρημα: η αφήγηση ενός εγκλήματος από τον ίδιο τον εγκληματία. Κάποιος, επιρρεπής στη φιλοσοφία, θα μπορούσε να το διαβάσει ως ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα, όπου αναδεικνύεται ανάγλυφα το μεταφυσικό κακό, εγγενές στον άνθρωπο, ενώ κάποιος άλλος, που ασχολείται με θέματα αισθητικής, θα το διάβαζε ως το πορτραίτο ενός καλλιτέχνη: το δράμα ενός ζωγράφου εγκλωβισμένου μες στη λογική της δημιουργίας του, η οποία σταδιακά υψώνει ερμητικούς τοίχους και διαμορφώνει τη δική της πραγματικότητα για να τον καταπνίξει τελικά μες στην κόλασή της...
Δυστυχώς, η μετάφραση της Σωτηριάδου έχει πολλά λάθη, που δεν δικαιολογούνται σε ένα μικρής έκτασης μυθιστόρημα και με σχετικά απλή γραφή. Υπήρχαν σημεία που δεν έβγαινε νόημα και κάποια άλλα που ήταν ολοφάνερο ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να χρησιμοποιούσε στο πρωτότυπο είτε άλλη λέξη είτε την ίδια λέξη με άλλη όμως σημασία. Φυσικά, αρκετά από αυτά θα είχαν αποφευχθεί με μια καλύτερη επιμέλεια. Έχοντας τη γαλλική μετάφραση μπόρεσα να διαλευκάνω όλα αυτά τα σημεία. Επίσης, φίλος που είχε την παλαιά μετάφραση της Μάγιας-Μαρίας Ρούσσου (πριν από περίπου 40 χρόνια στις εκδόσεις Αστάρτη), υποψιασμένος για την ποιότητα της νέας μετάφρασης, μου την είχε δανείσει και είδα ότι σε εκείνην πολλά από αυτά τα σημεία αυτά ήταν έτσι μεταφρασμένα ώστε να ταιριάζουν στο νόημα του κειμένου. Βέβαια, δεν μπήκα στη διαδικασία να διαβάσω κι εκείνη τη μετάφραση, παρά μόνο την ενδιαφέρουσα εισαγωγή του Φίλιππου Δρακονταειδή.
"Ο Πλάτων στην "Πολιτεία" βεβαιώνει πως ο Θεός δημιούργησε το αρχέτυπο του τραπεζιού, πως ο ξυλουργός φτιάχνει το είδωλο αυτού του αρχέτυπου κι ο ζωγράφος το είδωλο του ειδώλου. Αυτή είναι, πράγματι, η μόνη δυνατότητα μιας μιμητικής τέχνης: μια απώλεια ουσίας στον τρίτο βαθμό... Οι παρεξηγήσεις προέρχονται από το γεγονός πως η τέχνη τελικά έχει γι' αποστολή της ν' αντιγράφει την πραγματικότητα... Όμως η λογοτεχνία δεν έχει αποστολή φωτογραφικής μηχανής. Θα πρέπει να είναι κανείς πολύ αφελής να θέλει να πληροφορηθεί για τη γεωργία στη Γαλλία, στο τέλος του περασμένου αιώνα, κοιτάζοντας τους πίνακες του Βαν Γκογκ. Είναι φανερό πως η τέχνη είναι μια "οντοφάνεια", μια αποκάλυψη της πραγματικότητας, αλλά ΟΛΗΣ της πραγματικότητας: όχι μόνο εξωτερικά αλλά κι εσωτερικά, όχι μόνο του λογικού αλλά και του παράλογου. Γιατί αν η τέχνη διαποτίζεται έντονα από την αντικειμενική πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει μέσω μια πολύ λεπτής, σύνθετης κι επιπλέον αντιφατικής σχέσης, όπως στα όνειρα. Αν η κοινωνία ήταν το καθοριστικό στοιχείο, το μόνο που έχει αξία, πώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η διαφορά ανάμεσα σε μια λογοτεχνία όπως εκείνη του Μπαλζάκ κι εκείνη του Λωτρεαμόν;... Τελικά, κάθε τέχνη είναι ατομική, γιατί αποτελεί το όραμα ενός κόσμου μέσω ενός μοναδικού πνεύματος. Κι αυτή είναι η ουσιώδης διαφορά μεταξύ της τέχνης και της επιστημονικής γνώσης. Στην τέχνη, αυτό που έχει αξία είναι ακριβώς ετούτο το προσωπικό και μοναδικό σχήμα, αυτή η συγκεκριμένη έκφραση της ατομικότητας. Γι' αυτό υπάρχει ένα ύφος στην τέχνη και δεν υπάρχει στην επιστήμη. Πώς θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για το ύφος του Πυθαγόρα στο θεώρημα της υποτείνουσας;"
(Από ένα κείμενο του Ερνέστο Σάμπατο σε μια συνάντηση συγγραφέων στο Κεμπέκ σε μετάφραση Φ. Δρακονταειδή)
Πέμπτη 15 Αυγούστου 2019
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου