Παρασκευή 16 Αυγούστου 2019

Tutunamayanlar του Ογούζ Ατάι

Τα "Ακατόρθωτα" - 8
"Tutunamayanlar" (1972) του Oğuz Atay (1934-1977). Θεωρείται το μεγάλο αριστούργημα της τουρκικής λογοτεχνίας.
Ένας μηχανικός ξεκινάει μια έρευνα για να ανακαλύψει τα αίτια αυτοκτονίας ενός παλιού, πολύ καλού του φίλου. Όσο η έρευνα βαθαίνει, τόσο αλλάζει η ζωή του και στο τέλος, ο ίδιος θα μεταμορφωθεί ριζικά σε έναν εντελώς διαφορετικό άνθρωπο. 
Ο Ατάι πέθανε στα 43, αγνοημένος και πριν προλάβει να δει την αναγνώριση και τον μεγάλο αντίκτυπο που είχε το έργο του στη σύγχρονη τουρκική λογοτεχνία μετά το 1984 (πχ στον Παμούκ). H μορφή του έργου του είναι πολύπλοκη και αρκετά ιδιόμορφη. Αναμφίβολα πρόκειται για ένα δύσκολο βιβλίο: αχαλίνωτο stream of consciousness, μικρά κείμενα όλων των ειδών λογοτεχνικής γραφής, που διατρέχουν το μυθιστόρημα, όπως ένα ποίημα 600 στίχων μαζί με το σχολιασμό του, ένα κεφάλαιο 70 σελίδων χωρίς ένα κόμμα ή μια τελεία και άλλα.
Η λέξη Tutunamayanlar είναι ένα ουσιαστικό που προέρχεται από το ρήμα tutunmak, που σημαίνει "κρατιέμαι πάνω σε κάτι". Το αρνητικό –ama– δίνει τη σημασία της ανικανότητας και κάποιας απροθυμίας να εκτελεστεί αυτό που δηλώνει το ρήμα. Πρόκειται για ένα νεολογισμό του Ατάι, που όμως, λόγω της επίδρασης του έργου του, κατέληξε να καθιερωθεί στην τουρκική γλώσσα! Μια άλλη μεγάλη δυσκολία που παρουσιάζει το βιβλίο στους επίδοξους μεταφραστές είναι τα είδη της τουρκικής γλώσσας που χρησιμοποιεί: την παλιά τουρκική, πριν το ξεκαθάρισμα των αραβικών και περσικών στοιχείων της, την "καθαρή" τουρκική που προέκυψε κατά την απόρριψη του αραβικού αλφαβήτου (σα να λέμε καθαρεύουσα) και δανείστηκε στοιχεία από διάφορες διαλέκτους της, μια παλαιότερη τουρκική που δανείζεται πολλά στοιχεία από τη γαλλική γλώσσα (ένα ρόλο που στη συνέχεια ανέλαβε η αγγλική γλώσσα) κ.λπ. 'Ολα αυτά διανθισμένα και με νεολογισμούς του συγγραφέα.
Ωστόσο, η γλώσσα δεν παύει να λειτουργεί στο βιβλίο και ως όχημα της ιδεολογίας του προσώπου που την χρησιμοποιεί και ο καθένας που τη χρησιμοποιεί, είτε στο προφορικό είτε στο γραπτό του λόγο, κάνει μια επιλογή που φανερώνει τις πεποιθήσεις του και την πολιτική του τοποθέτηση τις ταραγμένες δεκαετίες του '60 και '70. Από την άλλη, γι' αυτούς που ήθελαν να κρατήσουν μια ουδετερότητα, η γλώσσα γίνεται μια πραγματική Σκύλλα και Χάρυβδη, μια επικίνδυνη πλεύση ανάμεσα σε δύο ανεπιθύμητες όχθες...
Για όλους αυτούς τους λόγους το βιβλίο δεν έχει μεταφραστεί παρά μόνο στα ολλανδικά και πρόσφατα στα γερμανικά. Μια μετάφρασή του στα αγγλικά, θεωρήθηκε αποτυχημένη και δεν τυπώθηκε ποτέ. Συνεπώς, παίρνει επάξια μια θέση στα "ακατόρθωτα"!


Το πρώτο κεφάλαιο του αριστουργήματος της τουρκικής λογοτεχνίας, "Tutunamayanlar" (1972) του Ογούζ Ατάι, μεταφρασμένο από την Λένα Αναγνώστου:

Ό,τι συνέβη άρχισε στο σπίτι του Τουργκούτ, μια νύχτα, στο δεύτερο μισό του εικοστού Αιώνα. Eκείνα τα χρόνια ο Όλρικ δεν υπήρχε ακόμα· επίσης, δεν υπήρχε ακόμα τόση σύγχυση στο κεφάλι του Τουργκούτ. Κάποια μεσάνυχτα, καθόταν στο σπίτι και σκεπτόταν. Ο Σελίμ, λίγες μέρες πριν, αφήνοντας πίσω του κάτι σα γράμμα, όπως κάνουν όλοι σε τέτοιες περιπτώσεις, αποχώρησε απ’ αυτόν τον κόσμο με δική του βούληση. Ο Τουργκούτ, έβαλε αυτό το γράμμα πάνω στο τραπέζι εργασίας, κάθισε απέναντι του και το κοίταζε σκεπτικός. Οι γραμμές που είχε μουτζουρώσει ο Σελίμ με το τρεμάμενο γράψιμό του πετάριζαν μπροστά στα μάτια του. Σαν να διέκρινε τα μακριά δάχτυλα του φίλου του ανάμεσα στα γράμματα και νόμιζε ότι, μαζί με τις λέξεις που διάβαζε, άκουγε τη βαριά και θαμπή φωνή του. 
Εκείνα τα χρόνια, δεν υπήρχε ακόμα ο Όρλικ· τα μετεωρολογικά δελτία δεν τα έλεγαν μετά τα δελτία ειδήσεων. Η κατάσταση ήταν διαφορετική από αυτή που φαινόταν. 
«Αυτό το γράμμα, γιατί ήρθε και με βρήκε;» μουρμούρισε χαμηλόφωνα. Άρα, από τότε είχε το συνήθειο να μουρμουρίζει χαμηλόφωνα. Άρα, ο διάλογος με τον εαυτό του είχε αρχίσει εκείνα τα μεσάνυχτα. Πνιγόταν από μια ανέκφραστη στενοχώρια που του δημιουργούσε ο θυμός που αισθανόταν για τα πράγματα γύρω του. Ο Σελίμ, ίσως αυτόν τον τρόπο ζωής, μπροστά ένα σαλόνι-τραπεζαρία, πίσω δύο κρεβατοκάμαρες, δεξιά στο διάδρομο κουζίνα- μπάνιο και αποθηκούλα, μέσα η γυναίκα του και τα παιδιά του που κοιμόταν, αυτός ένας μικροαστός που επωφελείται από τις οικονομικές απολαβές του που χρησιμοποιεί μετρημένα, θα μπορούσε να τον ερμηνεύσει ως την αιτία που τον είχε φέρει σε μια τέτοια ασφυκτική κατάσταση ώστε να μην μπορεί να πάρει ανάσα. Ο Τουργκούτ παρατηρούσε με βλέμμα ανέκφραστο τον περιβάλλοντα χώρο. Οι τοίχοι, ήταν γεμάτοι με ‘έργα’, απομεινάρια από την εποχή που σχεδίαζε. Η Νερμίν τα κορνίζωσε όλα· περηφανεύεται για μένα. «Καλά έκανες και κορνιζάρισες τα σχέδια σου», είχε πει ο Σελίμ. «Όχι εγώ, η γυναίκα μου», είχε πάρει την απάντηση. Η γυναίκα του δεν ήταν στο δωμάτιο. Ένα σχέδιο πάνω, ένα σχέδιο κάτω· ένας τοίχος γεμάτος με σχέδια, το μισό του τοίχου άδειο: για να διαταραχθεί η συμμετρία. Παρακαλώ; Παρακαλωώ, θα έλεγε ο Σελίμ, αν υπήρχε, τονίζοντας την τελευταία συλλαβή. Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού είχε θυμώσει μόλις είδε το χρώμα με το οποίο είχαν βαφτεί οι τοίχοι αλλά δεν το είχε δείξει. Έτσι, μέχρι το ταβάνι το ίδιο χρώμα, τα επίπεδα αναδεικνύονται πιο ξεκάθαρα· συμβολή της μοντέρνας τέχνης στη σύγχρονη αστική ζωή.Παρακαλώ; Ενώ, τι ωραία που ήταν παλιά: μια σπιθαμή πριν από το ταβάνι, τραβιόταν μια οριζόντια γραμμή από σκούρο χρώμα, ένα δάχτυλο πάχος· εκεί δηλαδή, τελείωνε το χρώμα του τοίχου. Το σπίτι της οικογένειας του Σελίμ στην Άγκυρα, ήταν κάπως έτσι. Τακτοποιημένο πολύ συστηματικά, απομεινάρι της εποχής του ενός κόμματος. Εκείνη την εποχή μάλλον δεν υπήρχαν ψηλές μέχρι το ταβάνι βιβλιοθήκες· αν ήταν έτσι, η οριζόντια γραμμή θα χανόταν πίσω από τα βιβλία.
Με μια απρόθυμη κίνηση σηκώθηκε απ’ τη θέση του και στάθηκε απέναντι στη βιβλιοθήκη. Τα βιβλία τα είχε αγοράσει από μια διάθεση να μιμηθεί τον Σελίμ· εκατοντάδες βιβλία, πολλά από τα οποία κάθονταν αδιάβαστα. «Αν διάβαζες πέντε χρόνια συνέχεια χωρίς να βγεις από το σπίτι, μπορεί και να τα τελείωνες αυτά τα βιβλία,» είχε πει ο Σελίμ.Τι θα πει αυτό; Άξαφνα μέσα του άναψε ο πόθος να τα διαβάσει και να τα τελειώσει, όλα: ο πόθος που άναβε στο βλέμμα του κάθε φορά που έβλεπε βιβλία. Πόσες σελίδες ήταν όλα; Χίλιες σελίδες, πέντε χιλιάδες σελίδες, δέκα χιλιάδες σελίδες. Μια σελίδα, σε πόσα λεπτά διαβάζεται, αν αφαιρούνταν οι ώρες του φαγητού και του ύπνου, πόσες ώρες θα έμεναν τη μέρα, Σάββατα, Κυριακές και γιορτές θα υπήρχε περισσότερος χρόνος ... αν ήθελα, θα τα καταβρόχθιζα όλα. Στο μυαλό του ήρθαν οι μέρες του σχολείου: θυμήθηκε τα βιβλία που έπαιρνε στα χέρια του με πάθος και πώς, αφού διάβαζε πέντε δέκα σελίδες, αυτό το πάθος ξεφούσκωνε σαν μπαλόνι μέσα του. Άφηνε το ένα βιβλίο κι άρπαζε το άλλο. Αυτή η απελπισμένη ορμή, κατέληγε στο ν’ αφήνει όλα τα βιβλία μισά κι ύστερα απ’ αυτό ακολουθούσαν κρίσεις μεγάλης ντροπής και επιθυμίας να επιστρέψει στη ζωή. 
Ξεκόλλησε με δυσκολία από τη βιβλιοθήκη: ας μην πέσουμε στην ίδια παγίδα. Συγχρόνως κάθησε στον καναπέ, που γινόταν και κρεβάτι, και από μια μεταλλική στρογγυλή τσιγαροθήκη, που πατώντας της ένα ελατήριο έβγαζε τα τσιγάρα τακτοποιημένα σε κύκλο, πήρε ένα τσιγάρο και το άναψε μ΄ έναν αναπτήρα στο σχήμα του λυχναριού του Αλλαντίν. Η κατάσταση,δεν ήταν ελπιδοφόρα: το χαλί κάτω δεν ταίριαζε με τα έπιπλα. Δώρο του γάμου.Τι να κάνουμε, δεν είχαμε λεφτά για να πάρουμε ένα χαλί σαν αυτό που θέλαμε. Έσβησε το τσιγάρο του στο ασημένιο τασάκι, που είχε το σχήμα ενός φύλλου. Η γυναίκα μου θα θυμώσει. Τότε γιατί υπάρχουν εδώ αυτά τα τασάκια; Άγνωστο. Πλησίασε στο γραφείο. Ο Καγιά είχε ξεχωριστό δωμάτιο εργασίας. Εκεί με τι ασχολείται; Άγνωστο. Εγώ με τι ασχολούμαι; Γράμμα διαβάζεις ντε. Α ναι. Σκύβει πάλι στις αράδες που έγραψε ο Σελίμ.
Σχόλια: 
Πρώτα’ απ΄ όλα ευχαριστώ το δάσκαλο μου Φαρούκ Τουντζάυ και τη φίλη Πόπη Λέτση για τη βοήθειά τους τόσο σε σημεία που είναι δύσκολο να γίνουν κατανοητά για όσους δεν έζησαν στην Τουρκία και δεν έχουν τη βιωματική διάσταση της εποχής που γράφτηκε το κείμενο όσο και σε γλωσσικά προβλήματα. 
Το απόσπασμα εδώ είναι η αρχή του εμβληματικού βιβλίου του Ατάυ, Tutunamayanlar. Και σε άλλες μου αναρτήσεις έχω αναφερθεί στη δυσκολία μετάφρασης του τίτλου. Οι ασυμβίβαστοι, οι περιθωριακοί, οι χαμένοι κλπ. Εδώ θέλω (από τα πολλά) να επισημάνω μόνο πώς συμπλέκεται η αφηγηματική φωνή με την εσωτερική φωνή του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος, η τριτοπρόσωπη αφήγηση με τον εσωτερικό μονόλογο σε πρώτο πρόσωπο, η σκέψη και η παρατήρηση με την περιγραφή εξωτερικών καταστάσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: