Τρίτη 28 Απριλίου 2020

Αινειάδα

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο

Διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας το συγκλονιστικό 6ο βιβλιο της Αινειάδας, από τις ωραιότερες σελίδες που μου έχει προσφέρει η λογοτεχνία, στέκομαι κάθε τόσο σε διάφορα αποσπάσματα:
Ο Αινείας φτάνει στην Κύμη της Ιταλίας, στο Ναό του Απόλλωνα, με στόχο να συναντήσει την Σίβυλλα που θα τον οδηγήσει στο Βασίλειο των νεκρών. Κι ενώ στέκεται και ολιγωρεί θαυμάζοντας στις πύλες του Ναού τις εξαίσιες εικόνες που έχει χαράξει παλαιότερα ο Δαίδαλος, η Σίβυλλα του λέει: "non hoc ista sibi tempus spectacula poscit" (δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για τέτοιου είδους θεάματα). Πρέπει να πηγαίνουν και η τέχνη μπορεί να περιμένει, άλλα είναι αυτά που επείγουν. Αναρωτιέμαι λοιπόν κι εγώ με τη σειρά μου αν είναι η κατάλληλη στιγμή να διαβάζω την Αινειάδα... Άλλωστε τι έχει να μας προσφέρει ο Βιργίλιος που την έγραψε πριν από 2000 χρόνια; Ο Μωρίς Μπλανσό σε ένα δοκίμιό του (Le livre à venir) γράφει:
Qu'est-ce que Virgile pour nous?
Et qu' est-ce que Rome?
Τις απαντήσεις για τα παραπάνω θα τις βρείτε στην Αινειάδα, ίσως διαφορετικές για τον καθένα μας. Συνεχίζω με τη σκηνή κατά την οποία ο Αινείας και η Σίβυλλα κατεβαίνουν στον Κάτω Κόσμο. Ένα απόσπασμα που μού φέρνει στο νου τον Τελευταίο Σταθμό του Σεφέρη. Ναι, ίσως να μου πείτε πάλι πως εδώ ο κόσμος μας, όπως τον ξέραμε, φαίνεται να καταρρέει κι εσύ μας μιλάς για πορείες στον Άδη, για σιωπές αγαπημένες της σελήνης, για Βιργίλιο, Σεφέρη και Μπροχ - άλλα είναι αυτά που επείγουν. Συνεχίζω, σημειώνοντας μια σύμπτωση: πως και το παρακάτω απόσπασμα και ο Τελευταίος σταθμός εκτυλίσσονται σε δύο περιοχές της Ιταλίας που απέχουν λίγα μόνο χιλιόμετρα μεταξύ τους (Cuma - Salerno). Επίσης, το ποίημα του Σεφέρη και το μυθιστόρημα του Μπροχ γράφτηκαν περίπου την ίδια εποχή (1944).
"ibant obscuri sola sub nocte per umbram,
perque domos Ditis vacuas et inania regna:
quale per incertam lunam sub luce maligna
est iter in silvis, ubi caelum condidit umbra
Iuppiter, et rebus nox abstulit atra colorem".
"Πορεύονταν στο σκότος σκοτεινοί, μονάχοι μες στο μούχρωμα της νύχτας,
του Πλούτωνα διαβαίναν τ' αδειανό βασίλειο, τις άυλες μονές του-
πορεία σα σε δάσος με ένα φως ολίγιστο αβέβαιης σελήνης
την ώρα που την όψη τ' ουρανού την κρύβει ο θεός μες στο σκοτάδι
και πέφτοντας ο ζόφος της νυκτός τα χρώματα της μέρας αποσβήνει".

Τελειώνοντας την Αινειάδα, αν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι είναι δυνατόν να τελειώσει με την Αινειάδα, θέλω να μιλήσω για την Καμίλλα. Την Καμίλλα απ' των Βόλσκων τη φυλή, γυναίκα του πολέμου (bellatrix), πιο γρήγορη στα πόδια κι απ' τους ανέμους.
"Αυτή θα το μπορούσε των σταριών τ' ακρόκορφα πετώντας να περάσει
χωρίς να τα αγγίξει και χωρίς τα στάχυα στην τρεχάλα της να βλάψει
ή μέσα στης θαλάσσης το νερό κρεμάμενη στο φουσκωμένο κύμα
να δράμει με το πόδι φτερωτό δίχως σταγόνα πόντου να το βρέξει"
Κι όταν ρίχνεται στη μάχη, ως αρχηγός του ιππικού, ενάντια στους Τρώες, εξολοθρεύει ένα σωρό με το δόρυ της, το τόξο της ή ακόμη και το δίστομο τσεκούρι της. Όλα αυτά έως ότου εμφανιστεί ο Άρρων (ή ο Χλωρεύς):
"...Με δόρυ και πολλά τεχνάσματα τη γρήγορη Καμίλλα
γυρόφερνε ζητώντας τη στιγμή που θα τον σιγοντάριζε η τύχη.
Κάθε φορά που η κόρη στα πυκνά της μάχης λυσσασμένη αναστρεφόταν
από κοντά ο Άρρων σιωπηλός κρατιόταν στης πορείας της τα ίχνη,
σ' όποια μεριά κι αν πήγαινε αυτή, νικήτρια απ' τον εχθρό γυρνώντας,
εκεί κι ο Άρρων, πάντα στα κρυφά, έστρεφε τα γοργά του χαλινάρια.
Έφερνε κύκλους, όλες τις πλευρές δοκίμαζε, προσέγγιση ζητούσε
εδώ κι εκεί (hos aditus iamque hos aditus omnemque pererrat undique circuitum), σα δαίμονας κακός εκράδαινε το σίγουρό του δόρυ".
Κι ενώ φαίνεται απίθανο ο Άρρων τη λυσσασμένη από τη μάχη να πλησιάσει...
"Εκεί κοντά βρισκόταν ο Χλωρεύς, παλιός ιερωμένος της Κυβέλης,
που από μακριά ξεχώριζε λαμπρός στη φρυγική σκευή του, καβαλάρης
σε άλογο που έβγαζε αφρούς κι είχε τομάρι απάνω του με λέπια
από χαλκό και σύνδεσμους χρυσούς που φάνταζαν σαν πτέρωμα. Ο ίδιος,
αστέρι με πορφύρινη χροιά και χρώματα βαθιά απ' άλλα μέρη,
ετόξευε σαΐτες κρητικές με τόξο λυδικό που απ' τους ώμους
ολόχρυσο κρεμιόταν, και χρυσό το κράνος που του μάντη ιερέα
την κεφαλή εκάλυπτε, χρυσή η πόρπη που την κρόκινη χλαμύδα
με τις λινές θροΐζουσες πτυχές εμάζευε σε κόμπο, ο χιτώνας
και το σαλβάρι μέχρι τα σφυρά με τη βελόνα ήταν ξομπλιασμένα".
Αυτό ήταν! Τα χρώματα τα εξωτικά και οι λάμψεις οι χρυσές θάμπωσαν την Καμίλλα:
"επάνω στου Χλωρέα τη μορφή η κόρη καρφωμένη, μόνο εκείνον
ξεχώρισε απ' όλους, σαν τυφλή, αφύλαχτη στη μάχη, είχε πόθο, γυναίκας πόθο, μέσα στην καρδιά το λάφυρο να κατακτήσει (per agmen femineo praedae et spoliorum ardebat amore) όταν
άδραξε τέλος ο Άρρων τη στιγμή, όπως την παραμόνευε το δόρυ
αμόλησε..."
Για μια μόνο στιγμή ένιωσε η Καμίλλα "γυναίκας πόθο" (femineo amore) και χάθηκε. Βέβαια, να σημειώσω ότι σε αυτό το σημείο ο Παπαγγελής μεταφράζει σχεδόν ερμηνεύοντας καθώς διαχωρίζει έντεχνα τον πόθο από το αντικείμενο του πόθου. Οι αγγλικές μεταφράσεις που είχα στη διάθεσή μου δεν το κάνουν αλλά εγώ, εδώ, με τον Παπαγγελή συντάσσομαι... 

Δεν υπάρχουν σχόλια: